Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011

Πολιτικοί ή Τεχνοκράτες;

Πριν από αρκετό καιρό, στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ δημοσιεύθηκε ένα χρονογράφημα. Γραμμένο σε μάλλον χιουμοριστικό ύφος, αποτελούσε αναθεωρημένη και επικαιροποιημένη εκδοχή μιας παλιότερης ανάρτησης του Parsifal. Τη στιγμή που το υπέβαλα για δημοσίευση, ήμουν σίγουρος πως θα περάσει απαρατήρητο, αφού το θέμα ήταν εντελώς ανεπίκαιρο: αφορούσε τη χαμένη -με ευθύνη του δικομματισμού- ευκαιρία του περασμένου καλοκαιριού για σχηματισμό κυβέρνησης τεχνοκρατών ευρείας αποδοχής. Προέβαλλε, μάλιστα, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των τελευταίων σε σχέση με τους πολιτικούς. Έκανα λάθος εκτίμηση: το πολιτικό αισθητήριο των διορατικότερων εμού αναγνωστών του site διέκρινε στο άρθρο μια δυναμική την οποία αγνοούσε και ο ίδιος ο συγγραφέας του(!), πράγμα που αποδεικνύουν οι δεκάδες των σχολίων (τη στιγμή αυτή 65), πολλά εκ των οποίων θα μπορούσαν να θεωρηθούν αυτόνομα άρθρα μεγάλου πολιτικού βάθους (πολύ μεγαλύτερου σε σύγκριση με το σκόπιμα χαλαρό, ίσως ακόμα και επιφανειακό, κείμενο που είχα υποβάλει). Και να που σήμερα το θέμα είναι περισσότερο επίκαιρο από ποτέ!

Αναδημοσιεύω το άρθρο για τους αναγνώστες του Parsifal. Τα σχόλια μπορείτε να τα διαβάσετε απευθείας στο site της εφημερίδας, πατώντας στο link του που θα βρείτε στο τέλος.


Ο Πολιτικός, ο Τεχνοκράτης κι ο... Μάρλον Μπράντο!

Στην πολιτική, όπως και στον έρωτα, το παιχνίδι παίζεται κατά κύριο λόγο στο πεδίο των εντυπώσεων. Αυτό εξηγεί γιατί η ιδιότητα του «χαρισματικού ηγέτη» αποδίδεται συνήθως σ’ αυτόν που έχει το ταλέντο να πείθει το λαό, παρά σ’ εκείνον που έχει πραγματικά τη γνώση και την ικανότητα να επιλύει τα προβλήματα της χώρας. (Στη μάλλον σπάνια περίπτωση όπου ουσία και εικόνα συνυπάρχουν αρμονικά σε έναν ηγέτη ή ένα σύστημα εξουσίας, μιλάμε πια για έναν λαό που τον ευλόγησαν οι μοίρες να γευτεί τη δημοκρατία στην καθαρότερη κι αξιοκρατικότερη εκδοχή της!)

Πολλή συζήτηση έγινε κάποια στιγμή στη χώρα μας για το ενδεχόμενο σχηματισμού διακομματικής κυβέρνησης τεχνοκρατών. Το αν η σκέψη αυτή δεν προχώρησε δεν οφείλεται, βέβαια, σε ένδεια ικανών επιστημόνων: κάθε άλλο μάλιστα! Έχει να κάνει με μια χρόνια διαστροφική τάση του εκλογικού σώματος (ή, αν προτιμάτε, του «λαού») να αξιολογεί τους ηγέτες του με βάση μάλλον την ρητορική τους δεινότητα και τις υποκριτικές τους ικανότητες, παρά τις ίδιες τους τις πολιτικές θέσεις (οι οποίες, ούτως ή άλλως, είναι συνήθως θολά διατυπωμένες προ της ανόδου στην εξουσία, έτσι ώστε να υπάρχει η ευχέρεια, αν καταστεί αναγκαίο, μιας μελλοντικής πολιτικής «κωλοτούμπας»). Οι επιστήμονες τεχνοκράτες, από την άλλη, δεν είναι σαλτιμπάγκοι: μελετούν ένα πρόβλημα και προχωρούν στην ενδεδειγμένη λύση αδιαφορώντας για τους κανόνες του image making. Το κακό είναι ότι, στην προκειμένη περίπτωση, το πολιτικό βάρος τυχόν αντιδημοφιλών τους αποφάσεων θα έπεφτε στις πλάτες ενός ad hoc πολιτικού συστήματος του οποίου η ενιαιότητα θα ήταν συγκυριακή και εύθραυστη. (Ποιος ξεχνάει το φιάσκο της Οικουμενικής Κυβέρνησης του 1989-90;)

Από τα παραπάνω καθίσταται φανερή μια βασική διαφορά ανάμεσα σε έναν πολιτικό και έναν τεχνοκράτη: Ο τεχνοκράτης ξέρει τη λύση του προβλήματος, αλλά όχι πάντα και τον τρόπο να την σερβίρει ώστε να γίνεται αποδεκτή απ’ το λαό. Αντίθετα, ο πολιτικός έχει την ικανότητα να σερβίρει τις «λύσεις» που θέλει ν’ ακούσει ο ψηφοφόρος, έστω κι αν γνωρίζει πως δεν είναι οι ενδεδειγμένες για το πρόβλημα και πως ίσως χρειαστεί αργότερα να τις αναθεωρήσει. Κι αυτό θα το κάνει όχι παραδεχόμενος λάθος εκτίμηση εκ μέρους του, αλλά ενοχοποιώντας τη ρευστότητα των καταστάσεων, ή θέτοντας σε έμμεση και διακριτική αμφισβήτηση την αντιληπτική ικανότητα των άλλων. Αυτό που έχει σημασία είναι η πάση θυσία διατήρηση μιας «ατσαλάκωτης» δημόσιας εικόνας του!

Αντίστοιχα, στον έρωτα το πρότυπο του «καλού εραστή» συχνά διαμορφώνεται με βάση τις προεπιλογές δημοφιλίας ενός παντοδύναμου «star system». Κι εδώ ο εντυπωσιασμός της οικουμενικά καθιερωμένης κι αποδεκτής εικόνας προεξάρχει της εξατομικευμένης, αντικειμενικής αξιολόγησης. Το απέδειξε περίτρανα το 1963 ο Ορέστης Λάσκος με την θρυλική ταινία του ΤΥΦΛΑ ΝΑ ‘ΧΕΙ Ο ΜΑΡΛΟΝ ΜΠΡΑΝΤΟ, στην οποία δίνει πραγματικά τα «ρέστα» του ο αξέχαστος Θανάσης Βέγγος. Μια ταινία που δεν βαριέται ποτέ κανείς να ξαναβλέπει, και που αποτελεί μια κατά βάθος μελαγχολική αλληγορία πάνω στην εύκολη δημιουργία και το ακόμα πιο εύκολο γκρέμισμα των ειδώλων... Και όχι μόνο των ερωτικών!

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου