Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

Οι θέσεις μου για την υπόθεση Ρωμανού

Τούτη τη φορά δεν αναζήτησα καν έναν ευρηματικό τίτλο για το κείμενο που ακολουθεί. Ήθελα απλά να διατυπώσω τις θέσεις μου με τρόπο άμεσο και ξεκάθαρο, χωρίς καταφυγή σε λεκτικές ωραιότητες και φιλολογικά τεχνάσματα. Γιατί, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, στόχος δεν είναι ο εντυπωσιασμός (τι θα εξυπηρετούσε άλλωστε;) αλλά το ξεκαθάρισμα των θέσεων πάνω σε μια υπόθεση που μου κόστισε φίλους και μου χάρισε αντιπάλους και εχθρούς...

Από το ξεκίνημα της πολύκροτης υπόθεσης του Νίκου Ρωμανού, είχα ενστάσεις για τον τρόπο προβολής του θέματος από τα media, κυρίως τα ηλεκτρονικά. Ας συνοψίσω τις κυριότερες από αυτές:

1. Πολλοί παρουσίασαν τον Ρωμανό ως «ένα παιδί που έκανε ένα λάθος και τώρα ζητάει μια δεύτερη ευκαιρία, την οποία η ανάλγητη Πολιτεία τού αρνείται». Ωστόσο, όπως ο ίδιος το έχει καταστήσει σαφές σε όλους τους τόνους, δεν πρόκειται περί λάθους, αφού ουδέποτε το αναγνώρισε ως τέτοιο και ουδέποτε δήλωσε μετανοημένος για τις πράξεις του. Όσο για το περίφημο «δικαίωμα στη μόρφωση», παραπέμπω στην αρχική, ευθεία δήλωσή του ότι αυτό που τον ενδιέφερε ήταν να κερδίσει «μια ανάσα ελευθερίας», όχι να φοιτήσει σε κάποιο συστημικό ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα!

2. Το περίπου αθωωτικό επιχείρημα: «στο κάτω-κάτω, δεν σκότωσε και κανέναν!», πέραν από αφελές, είναι και επικίνδυνο ως κρατούσα άποψη! Το ότι δεν θρηνήθηκαν νεκροί, υπήρξε αποτέλεσμα ευτυχούς συγκυρίας και μόνο. Όποιος δεν έχει στ’ αλήθεια πρόθεση να σκοτώσει αλλά θέλει απλά να εκφοβίσει, δεν ξεκινά παίρνοντας μαζί ένα γεμάτο όπλο. Ένα άδειο, ή κι ένα ψεύτικο, θα έκαναν μια χαρά τη δουλειά και, επί πλέον, δεν θα άφηναν την παραμικρή αμφιβολία για τις προθέσεις!

3. Τον περιέγραψαν ως ιδεολόγο που απαρνήθηκε τη θαλπωρή μιας στοργικής και ευκατάστατης οικογένειας για να κυνηγήσει το επαναστατικό του όνειρο. Ας αναλογιστούμε, όμως, πόσοι νέοι άνθρωποι βρίσκονται στις φυλακές για ποινικά παρόμοιους λόγους (πολλοί, μάλιστα, έχοντας δείξει μεταμέλεια για τις εγκληματικές πράξεις τους), με επίσης υπαρκτή και αυτονόητη την ανάγκη τους για μια «ανάσα ελευθερίας», ή ακόμα και με αληθινή (όχι προσχηματική) διάθεση για σπουδές. Βέβαια, οι περισσότεροι εξ αυτών έχουν τρία σοβαρά μειονεκτήματα: Δεν έχουν δηλώσει «ιδεολόγοι επαναστάτες», δεν διαθέτουν την οικονομική δυνατότητα να προσλάβουν τους επιφανέστερους δικηγόρους της χώρας, και δεν αποτελούν ελκυστικά «προϊόντα» για πολιτική εκμετάλλευση ή για προβολή από τα media. Φαντάζεστε πως θα ίδρωνε το αυτί κανενός αν ξεκινούσαν απεργία πείνας μέσα στις φυλακές, με τα ίδια ακριβώς αιτήματα;

4. Θα ήθελα να εκφράσω την αμφισβήτησή μου στο κατά πόσον είναι θεμιτό να επικαλείται κανείς νεανικά τραύματα, προκειμένου να ελαφρύνει το ηθικό και ποινικό βάρος μιας εγκληματικής πράξης. Ακόμα κι αν δεχθούμε ότι αυτές οι πρώιμες δυσάρεστες εμπειρίες συμβάλλουν στην κατανόηση της διαμόρφωσης της προσωπικότητας ενός ενήλικου, πλέον, ατόμου, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να λειτουργήσουν, ηθικά και νομικά, ως άλλοθι για τυχόν παραβατικές συμπεριφορές του. Εξάλλου, ποιος πιστεύει στ’ αλήθεια ότι κάθε υπέροχος άνθρωπος που συναντά στο δρόμο του, διαμορφώθηκε έτσι επειδή πέρασε ανέφελα και ονειρεμένα παιδικά κι εφηβικά χρόνια; Ο ενήλικος άνθρωπος οφείλει να έχει την απόλυτη ευθύνη των πράξεών του. Διαφορετικά, η κοινωνία θα ήταν μια ζούγκλα όπου η κακή διαχείριση των πρώιμων ψυχικών τραυμάτων θα ήταν επιτρεπτό να κατασπαράσσει την καλή διαχείρισή τους!

Πριν από κάποιες μέρες, έγραψα ένα άρθρο στο Aixmi.gr, με τον τίτλο: «Επιλεκτικές ευαισθησίες...». Όχι για να δηλώσω σύμπλευση με την κυβερνητική γραμμή, ούτε για να προβάλω, δήθεν, την άποψη ότι η Πολιτεία θα έπρεπε να αρνηθεί στον Ρωμανό τη μόρφωση (διάβαζε, ελευθερία) που ζητούσε. Ήθελα απλά να επισημάνω την ευνοϊκή μεταχείριση της περίπτωσης του Ρωμανού από μερίδα της κοινής γνώμης και των media, σε σύγκριση με την αδιαφορία που σχεδόν όλοι μας, δυστυχώς, έχουμε διαχρονικά επιδείξει, ή επιδεικνύουμε ακόμα, σε πλείστες άλλες κοινωνικές υποθέσεις στερούμενες επαναστατικού «αρώματος».

Και, αλήθεια, ποιος βγήκε να υπερασπιστεί το δικαίωμα στη δεύτερη ευκαιρία, αυτών που έχασαν το σπίτι τους και βρέθηκαν στο δρόμο; Αυτών που έμειναν χωρίς δουλειά ή καταστράφηκαν, με αποτέλεσμα κάποιοι να οδηγηθούν ακόμα και στην αυτοκτονία – αθόρυβα κι ανώνυμα, δίχως να εκβιάσουν κανέναν για τη σωτηρία τους; Ή μήπως ένας κακός οικονομικός υπολογισμός, μια απερίσκεπτη επένδυση, μια υπερκαταναλωτική επιπολαιότητα, εν τέλει, είναι βαρύτερα «εγκλήματα» από μια ένοπλη ληστεία; Ποιος φωνάζει ή γράφει για τη δεύτερη ευκαιρία στη ζωή, των αρρώστων που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα μιας ανθρώπινης μεταχείρισης από το θλιβερό δημόσιο σύστημα υγείας; (Σ’ εσένα απευθύνομαι, αριστερέ, που έκανες τον Ρωμανό σύμβολο και παντιέρα σου!)

Για την ιστορία – και προς έκπληξή μου – το Aixmi.gr έσπευσε να κρατήσει αποστάσεις από τις θέσεις μου (κάτι που ουδέποτε κατέγραψα να έχει συμβεί με οποιονδήποτε αρθρογράφο αυτού του, κατά γενική ομολογία, δημοκρατικού site). Προσοχή: δεν μιλώ για απλή ιδεολογική αντιπαράθεση, με την παρουσίαση επιχειρημάτων που θα αντέκρουαν τα δικά μου. Μιλώ για την ανάγκη που ένιωσε το site να πάρει άμεσα αποστάσεις από έναν αρθρογράφο του, λες και αυτός είχε εκφράσει απόψεις που θα μπορούσαν να κριθούν ως κοινωνικά προκλητικές ή ηθικά απαράδεκτες!

Το γιατί το Aixmi.gr έδρασε με τόση σπουδή στην περίπτωση αυτή, είναι ανεξήγητο σ’ εμένα. Όπως ακατανόητη είναι, γενικά, η όλη εμμονική και σχεδόν μονόπλευρη αντιμετώπιση της υπόθεσης Ρωμανού από τη διεύθυνση του site. Οφείλω να ομολογήσω, εν τούτοις, ότι σε καμία περίπτωση οι όποιες αντίθετες φωνές (της δικής μου συμπεριλαμβανομένης) δεν φιμώθηκαν! Δεν είναι η δημοκρατικότητα του Aixmi που τίθεται σε αμφισβήτηση, είναι κάποιες πρόσφατες εμμονές του που γεννούν απορίες...

Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2014

Μερικά σχόλια πάνω σε ένα επίκαιρο θέμα

Τα παρακάτω παραθέματα αποτελούν επιλογή σχολίων που συνοδεύουν το άρθρο του Ανδρέα Πετρουλάκη στο protagon.gr, "Ελπίζω ο Ρωμανός να μη μπαίνει στο facebook". Διατηρώ την αρχική ορθογραφία των κειμένων:
______________________________

Διάβασα αποσπάσματα επιστολών τού Ρωμανού και παραθέτω:
8 Νοεμβρίου 2014 - https://athens.indymedia.org/post/1533750/
και
19 Νοεμβρίου 2014 - https://athens.indymedia.org/post/1534984/

Αποσπάσματα
«...απευθύνω έναν πολιτικό εκβιασμό ώστε να κερδίσω ανάσες ελευθερίας από την ισοπεδωτική συνθήκη του εγκλεισμού.»

«Και προφανώς η διεκδίκηση που κάνω δεν αφορά την στέρησή μου στο δικαίωμα της εκπαίδευσης, ούτως ή άλλως θεωρώ ότι τα πανεπιστήμια είναι χώροι περιστολής του ανθρώπινου πνεύματος και δημιουργίας ανθρώπων πειθήνιων»

«Το κλειδί εκεί πέρα είναι τα εργαστήρια. Ότι ας πούμε τα εργαστήρια είναι υποχρεωτικά, άμα δεν πας στα εργαστήρια χάνεις το εξάμηνο, μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα .Οπότε εκεί πέρα παίζεις μπάλα. Το θέμα είναι εάν υπάρχει ας πούμε μία περίπτωση διαπραγμάτευσης να σου πουν ότι θα σε πηγαίνουμε εμείς. Αλλά θα με πηγαίνουνε αυτοί ας πούμε πώς; Δηλαδή άμα κάτσεις και το σκεφτείς λίγο, θα μπαίνουνε τα ΕΚΑΜ στο πανεπιστήμιο τρεις φορές τη βδομάδα και θα ανοίγουνε την πόρτα με κουκούλες και θα λένε αστυνομία, όλοι κάτω […] και θα κάθονται από πάνω μου; Είναι κάπως ψιλοοξύμωρο. Δηλαδή ακόμα και να γίνει ας πούμε αν μη τί άλλο θα έχει ενδιαφέρον, θα έχει πλάκα.»
Μήπως όλη αυτή η ιστορία που έχει δημιουργηθεί είναι σε τελείως λάθος βάση;
______________________________

Το μεγαλύτερο σφάλμα των γονιών του Ρωμανού είναι ότι δεν του έχουν διδάξει την αξία της ανθρώπινης ζωής. Ο Ρωμανός είδε το φίλο του Αλέξανδρο να πεθαίνει και είδε με τα ίδια του τα μάτια τι εστί θάνατος και πόσο πόνο προσφέρει απλόχερα. Έχουν πέσει όλοι από πάνω του, άλλοι να τον κατακεραυνώνουν και του εύχονται να "ψοφήσει", άλλοι τον προάγουν σε ήρωα και πρότυπο. Τίποτα από τα δύο δεν είναι. Για μένα ο Ρωμανός, βαθιά στιγματισμένος από το θάνατο του φίλου του, νιώθει μίσος για τους μπάτσους, την εξουσία κ.λπ. Η αίτησή για έκπαιδευτικές άδειες είναι πρόσχημα, άλλωστε το έχει εκφράσει ο ίδιος πριν 3 βδομάδες, αφού δεν πιστεύει καν στο θεσμό του πανεπιστημίου, το οποίο "παράγει πειθήνια ανθρωπάκια". Επομένως, η όρεξή του να σπουδάσει Διοίκηση Επιχειρήσεων Μονάδων Υγείας δεν είναι αληθής. Θέλει να βγει από τη φυλακή για λίγες ώρες, όχι να σπουδάσει. Άλλο το ένα, άλλο το άλλο. Πόσοι καί πόσοι άνθρωποι δεν έχουν σπουδάσει και έχουν αποκτήσει πτυχίο μέσα από τη φυλακή; Εάν ο λόγος της απεργίας πείνας είναι η δίψα για μάθηση, θα σπούδαζε και εξ αποστάσεως και μέσα από το παράδειγμά του, να έκανε αγώνα για τη βελτίωση των συνθηκών στις φυλακές και την καλύτερη εξυπηρέτηση των δικαιωμάτων των κρατουμένων για μάθηση. Όμως, εδώ έγκειται και η άλλη μου ένσταση. Ο Ρωμανός είναι εγωιστής. Δεν κάνει κοινό αγώνα με τους υπόλοιπους κρατουμένους, να δημοσιεύσει μια επιστολή που να καλεί τους κρατουμένους σε κινητοποιήσεις για τη βελτίωση των όρων όσων θέλουν να σπουδάσουν και είναι φυλακή, να γίνει μπροστάρης σε έναν αγώνα που θα έχει όφελος τόσο για τον ίδιο όσο και για τους συγκρατούμενούς του, αλλά και την ίδια την κοινωνία. Απαιτεί από την πολιτεία που τόσο μισεί να κάνει νόμο με το όνομά του, φωτογραφική διάταξη. Θα μου πείτε, τόσες και τόσες φωτογραφικές διατάξεις έχουν περάσει μέσα σε τροπολογίες, αυτή μας πειράζει; Ναι, μας πειράζει ΚΑΙ αυτή, όχι μόνο αυτή. Ας ελπίσουμε να ζήσει ο Ρωμανός, να κάνει αγώνα για τις ιδέες του, αλλά αγώνα κοινωνικό, και αυτό σημαίνει "μαζί".
______________________________

(...) Για τό λόγο αυτό λοιπόν θα έπρεπε να έχει τους γονείς του δίπλα του! Δίπλα του! Γιατί τώρα τους έχει απέναντι του! Οταν οι ίδιοι του οι γονείς βγαίνουν και δηλώνουν "ή θα βγει ή θα πεθάνει" εκβιάζοντας το σύμπαν, το ίδιο το παιδί πως πρέπει να αντιδράσει ? Κι εγώ σας λέω ότι η κοινωνία έχει διχαστεί, και οι μισοί του λένε "υποχώρησε και χάσε" και οι άλλοι μισοί "προχώρα και πέθανε αν δεν σου κάνουν το χατήρι", κακώς μεν, αλλά αυτό συμβαίνει. Δεν θα έπρεπε να υπάρχει δίπλα του μια οικογένεια να του δείξει το σωστό δρόμο ? Και ο σωστός δρόμος είναι να κρατηθεί στη ζωή τελεία. Όχι να κρατηθεί στη ζωή με προϋποθέσεις. Επίσης δραματικά αρνητικό ρόλο έχουν παίξει τα μέσα με την υστερική τους αντιμετώπιση που κατευθύνουν τη γνώμη του κόσμου ανάλογα : από τη μία αναδεικνύουν την ηρωική πλευρά του Ρωμανού και από την άλλη την περιθωριακή κι επικίνδυνη, μέση οδός δεν υπάρχει ! Πολλοί από μας θυμόμαστε νομίζω την περίπτωση Ματέι πριν από μερικά χρόνια και πως κατέληξε με την ανάμειξη εκπομπων και δημοσιογράφων και με τον ανεύθυνο τρόπο που την χειρίστηκαν !
______________________________

Απέραντη ψευτιά και υποκρισία απο "αντιεξουσιαστές", "αναρχοαυτόνομους" δήθεν συμπαραστεκόμενους σε ένα "αγώνα" με έπαθλο τον επικείμενο θάνατο ενός νέου ανθρώπου που τόσο απάνθρωπα αβαντάρουν!
Απέραντη ψευτιά και υποκρισία για τις σπουδές του Ν. Ρωμανού στη σχολή "Διοίκησης Επιχειρήσεων", δηλαδή στη σχολή που θα βγάλει έναν ακόμη που θα διαχειρίζεται το σάπιο "σύστημα" που αυτοί πολεμούν με πάθος και καταπιέζει βάναυσα τους εργαζομένους!
Απέραντη ψευτιά και υποκρισία απο μία Πολιτεία και ένα ομοφοβικό υπουργό που έχουν στραμμένη την προσοχή τους στην προεδρική εκλογή και τις βουλευτικές εκλογές.

Άν μπορούσες Νίκο Ρωμανέ να διαβάσεις αυτές τις γραμμές απο τον "ιδεολογικό αντίπαλό" σου, σε θέλω υγιή και ζωντανό για να με πολεμήσεις.
Εγώ θα σε αποκαλώ "Δον Κιχώτη" και στα δικά σου μάτια θα είμαι ο ανεμόμυλος.
Όρθιος ομως Νίκο Ρωμανέ, κι αυτό χωρίς καμμία υποκρισία ...
______________________________

Δυστυχώς η κοινή γνώμη, οι ''αλληλέγγυοι'' υποστηρικτές , οι πολέμιοι και οι αρθρογράφοι , έχουν στη συνριπτική τους πλειοψηφία ,περισσή υποκρισία και αδιαφορούν για τον εν λόγω άτυχο άνθρωπο. Όλοι μαζί συνειδητά ή ασυνείδητα τον οδηγούν στο θάνατο. Εχουν δημιουργήσει , ένα χάρτινο ήρωα ή αντιήρωα αν προτιμάτε ,ο καθένας για τους δικούς του, κατά βάθος ιδιοτελείς λόγους. Η συγκεκριμένη προσωπικότητα που διψά για προσοχή αγάπη και επιβεβαίωση ,τρέφεται τόσο πολύ από αυτή την κατάσταση που δημιουργήθηκε ,ούτως ώστε προτιμά να πεθάνει αρνούμενος τη πραγματική τροφή ,παρά να απαρνηθεί τη μπέρτα του υπερήρωα και του επαναστάτη. Είναι ήδη ουσιαστικά νεκρός και δυστυχώς το ξέρει. Ακόμη και σε κρίσεις υπαρξιακές , όπως αυτή που περιγράφεται στο τελευταίο πειρασμό του Καζαντζάκη, προτιμά να συνεχίζει να το παίζει Θεός, απωθώντας τον πραγματικό νεαρό, με σάρκα και οστά Ρωμανό . Ανατριχιάζει και μόνο στη σκέψη, ότι θα προδώσει την φαντασιακή περσόνα του, τους ομοιδεάτες του ακόμη και τους ''πολέμιούς'' του .Κατά ουσία όλοι οι ''φίλοι του'' τον φαντασιώνονται και τον θέλουν νεκρό . Αλλωστε πως μπορεί μια τέτοια προσωπικότητα να ζήσει μετανιωμένη ; Θα βιώσει μια προσωπική ήττα που προφανώς δεν αντέχει και την πραγματικότητα, που είναι η φυλάκιση ,η μοναξιά και κυρίως, η λήθη του ετερόκλειτου κοινού ,που έτσι έχει συνηθήσει. Να καταναλώνει χάρτινους σταρ, ήρωες και αντιήρωες και μετά να τους πετά τσαλακωμένους στο κάλαθο των αχρήστων. Ξεχνώντας με αναλγησία και αδιαφορία πως κάτω από το χάρτινο περιτύλιγμα , υπάρχουν άνθρωποι με σάρκα και οστά. Το γελοίο στην όλη κατάσταση είναι ,πως οι μόνοι που πραγματικά απεύχονται το θάνατό του ,έστω και πάλι για ιδιοτελείς λόγους , είναι οι δηλωμένοι εχθροί του. Η αστυνομία , οι δεσμοφύλακες , το κράτος , η κυβέρνηση και οι ''νοικυραίοι''. Ισως και ένας αδύναμος, πληγωμένος, ανήλικος που δε βίωσε προσοχή και την αγάπη ,ίσως ο μόνος αληθινός Ρωμανός που κατοικεί στο βάθος της ψεύτικης περσόνας και είναι το αληθινό τραγικό θύμα .
______________________________

«Η μαχητική αναρχία ξύπνησε και βρυχάται.
Τίποτα δεν τελείωσε όλα τώρα αρχίζουν.
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΥΣ ΣΥΛΛΗΦΘΕΝΤΕΣ ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ

Προς το Νίκο:
Αδερφέ κράτα γερά, τους ανακάτεψες τη γιορτή αρκετά καλά ως τώρα. Εσύ δεν κάμπτεσαι, άρα θα λυγίσουν αυτοί. Μένω δίπλα σου ως την τελική νίκη.

Προς τον Αθανασίου:
Είμαι πολύ πεινασμένος. Αν δολοφονήσεις το Νίκο, το μόνο πράγμα που θα μπορέσει να με χορτάσει
ξανά, είναι το λαρύγγι σου.

Γιάννης Μιχαηλίδης»


Αυτό ναι. Σίγουρα το λες διάθεση σωφρονισμού κι επανένταξης!!!
______________________________

(...) Και μένα με πόνεσε ο τρόπος αντιμετώπισής του , όχι όμως από την κοινωνία, μα από τους δικούς του ανθρώπους. Αντί να νιαστούν κατ' ελάχιστο για την υγεία του, έσπευσαν να τον αναγορεύσουν σε "πολιτικό κρατούμενο". Ποιοί; οι γονείς του!

Είναι πιθανά πολύ ελκυστικό για τον ίδιο, να νομίζει ότι είναι ένας ιερομάρτυρας της αναρχίας ή ότι με το αίμα του θα κάνει το "σύστημα" να διαλυθεί. Την αλήθεια όμως την ξέρουμε. Εγώ τον θεωρώ τυφλωμένο, με έλλειψη καθαρής κρίσης και βούλησης. Σαν τις υπερήλικες θεούσες που ακολουθούν με πίστη τις μέρες νηστείας και ας λιποθυμούν από εξάντληση. Και ο μεν και οι δε , στον παράδεισο αποβλέπουν. Εντάξει, διαφορετικών θεών.

Όσο για την κοινωνία και το facebook? Μα εκεί είναι το βασίλειο της υποκρισίας, είναι ο κόσμος των ζωντανών. Όπου και οι αλληλέγγυοι και οι πολέμιοι τον χρησιμοποιούν (τον Ρωμανό). Για να δικαιολογήσουν την μελλοντική παραβατική τους συμπεριφορά. Ναι, για να παραμείνουν στο τέλος ατιμώρητοι. Από οτιδήποτε και αν κάνουν.

Όχι, δεν υποστηρίζω με τίποτε το να αφεθεί να πεθάνει το παιδί. Σκεφτείτε λίγο όμως το δίλημμα: είτε μένει ζωντανός και του δίνεται το δικαίωμα να σπουδάσει, να βγεί έξω, άρα πέτυχε ένας εκβιασμός και αύριο ο οποιοσδήποτε και για οποιοδήποτε λόγο μπορεί να κάνει το ίδιο και ίσως να είναι ο καλύτερος τρόπος να το πετύχει , είτε το παιδί πεθαίνει και καίγεται η πόλη. Μια από τις δύο δεν είναι οι πραγματικές επιθυμίες της περίφημης κοινωνίας μας; Παιδιάρισμα λοιπόν μέχρι θανάτου!
______________________________

Νομιζω πως του εχουν γινει πολλες εκκλησεις για να φαει. Παραδοξως, εκεινοι που φαινεται να μην το εκαναν ποτε ειναι οι γονεις του. Εκεινοι ξερουν μονο να απειλουν θεους και δαιμονες οτι αν παθει κατι το παιδι οτυς, ολοκληρο το κρατος θα θεωρηθει δολοφονος.

Εκεινοι που θα επρεπε πρωτιστως να παρακαλεσουν το παιδι τους να φαει, φαινεται να ειναι εκεινοι που ευκολα ριχνουν κι'αλλο λαδι στη φωτια. Τους θερω σοβαρα υπευθυνους για την τυχη του γιου τους. Οσες χιλιαδες εκκλησεις και να γινουν απο μας, θα ειναι το ελαχιστο σε σχεση με Μια δικη τους.
______________________________

εδώ και καιρό διαφοροι μεσω αναρτησεων και στατους καλείτε τον κοσμο να στηριξει τον δίκαιο αγώνα του Ρωμανού ακομα και αν δεν συμφωνει με τις πολιτικες θεσεις του, υπονοώντας πως αυτός ο αγωνας δεν ειναι για τα πολιτικα πιστευω του αλλα είναι για το δίκαιωμα του της προσβασης στη μόρφωση... ενα δικαίωμα που κάθε φιλελευθερος (με την ευρεια εννοια) άνθρωπος θα υποστήριζε ανεπιφύλακτα... όμως ο Ρωμανός έχει δηλώσει κατ επανάληψη οτι ο αγώνας του δεν είναι για τη μόρφωση αλλά για τις θέσεις του... ναι αυτές με τις οποίες δεν συμφωνουν... πως λοιπον στηριζεις κάτι που δεν πιστεύεις; γιατι στηριζοντας τον αγωνα του ρωμανου και κατεβαινοντας στις αντιστοιχες πορειες στηριζεις εμπρακτως τις θεσεις του περι ανταρτικου πολεων, ματωματος, ληστειων(συγνωμη απαλλοτριωσεων ηθελα να πω), κλπ και όχι το δικαίωμα του στη μορφωση... σημειωτέον πως πρόσβαση στη μόρφωση δεν σημαίνει απαραίτητα άδεια... δυστυχώς με αυτά και με εκεινα , συμφωνειτε δεν συμφωνειτε με τις θέσεις του, του φουσκωνετε τα μυαλά και νομίζει πως είναι ο τσε και τον οδηγειτε να συνεχισει μέχρι τέλους και θα παει τζάμπα... και λυπάμαι γι αυτό αλλά ειναι επιλογη του και δεν γίνεται να στηριξω τον αγώνα του... κατεβειτε για το δικαίωμα του κωσταρη στη μόρφωση και εγώ θα είμαι εκεί... θα κατέβαινα ακόμα και για το δικαίωμα του μπρειβικ στη μόρφωση αλλά άδεια να σπουδάζει δίπλα στα παιδιά μου δεν θα του έδινα...

οι άδειες προβλέπονται απο το νομο για την επανένταξη των κρατουμένων αλλά προϋπόθεση είναι ο κρατούμενος να θέλει να επανενταχθεί...
______________________________

H παράσταση συνεχίζεται.

Η γλίτσα από το φτηνό μελό έχει χτυπήσει ανεμιστήρα.

Το πλούσιο μα τίμιο παλικάρι, αυτός ο Αρσέν Λουπέν του αναρχικού χώρου, λιώνει κάθε μέρα για το ΤΕΙ Διοίκησης Επιχειρήσεων Υγείας.

Βαθυστόχαστοι αναλυτές παίρνουν τη μια ή την άλλη θέση, μέσα από κείμενα χιλιάδων λέξεων.

Οι undercover μπάτσοι καίνε και σπάνε για να ρίξουν λάσπη σ' αυτό το όμορφο τσουνάμι συμπαράστασης.

Ο Απ. Γλέτσος και η Ζωή Κωνσταντοπούλου πήραν θέση!

Το θλιβερό δειλο κράτος δεν έχει ούτε την τσίπα να καταγγείλει τον χυδαίο εκβιασμό και νομοθετεί εκτάκτως, αυτοαναιρώντας την ίδια του την υπόσταση. τρέχουν πίσω από τις λερωμένες ποδιές ανεπαρκών γονέων, οι οποίοι αντί να ζητήσουν συγνώμη, δίνουν κακόγουστες παραστάσεις σε θεατρικά σανίδια. Τι να περιμένει βέβαια κανείς από αυτό το θλιβερό δειλό ανδρείκελο που κατά τ' άλλα θυμήθηκε πως τη σούπα της πατρίδος, θρησκείας και οικογένειας, του τη χαλάει η επισημοποίηση της ομοφυλοφυλικής σχέσης...

Περαστικά
______________________________

Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2014

Επιλεκτικές ευαισθησίες…

Η είδηση (Τρίτη, 2-12-2014): 
Επεισόδια ξέσπασαν στα Εξάρχεια μετά τη συγκέντρωση διαμαρτυρίας υπέρ του Νίκου Ρωμανού, στην οποία συμμετείχαν χιλιάδες άνθρωποι. Ομάδα νεαρών έβαλε φωτιά σε λεωφορείο την ώρα που εκινείτο, σπάζοντας τζάμια και ρίχνοντας μέσα βόμβες μολότοφ. 
Ευτυχώς δεν υπήρχαν επιβάτες, παρά μόνον ο οδηγός, ο οποίος πρόλαβε να κατέβει. Τελικά, το λεωφορείο κάηκε ολοσχερώς. 
Τα επεισόδια συνεχίζονται στους γύρω δρόμους έως τον λόφο του Στρέφη, όπου έχουν γίνει αρκετές συλλήψεις. 
Πηγή: Aixmi.gr.

(Σημ.: Αυτή ήταν μόνο η αρχή. Ακολούθησαν και άλλες καταστροφές στην πόλη.)

Ειδήσεις σαν κι αυτή δεν αποτελούν, πλέον, έκπληξη. Θα έλεγα, ούτε καν μελαγχολία. Αφού δεν υπήρχαν επιβάτες, κι ο οδηγός πρόλαβε να κατέβει ζωντανός και άκαυτος, το γεγονός θα πρέπει να χαιρετιστεί ως θετική εξέλιξη, αν θυμηθεί κανείς τη Marfin… Βέβαια, κάηκε ολοσχερώς ένα «συστημικό» (κατά τους πυρπολητές) περιουσιακό στοιχείο. Αν το «σύστημα» το χρειάζεται, ας αγοράσει άλλο. Πάντα βρίσκονται κάποιοι ηλίθιοι να πληρώσουν!

Μετά, όμως, σε κυριεύουν δεύτερες σκέψεις, βαθύτερες: Φαντάσου πως κάποια μέρα γίνεται καλά (πράγμα που της ευχόμαστε ολόψυχα!) εκείνη η ξεχασμένη, πια, Μυρτώ, που ένα ανθρωπόμορφο τριτοκοσμικό κτήνος στην Πάρο της έλιωσε το κεφάλι στους βράχους και στη συνέχεια(!) τη βίασε. Και, κάτω από το βάρος της τραυματικής εμπειρίας για τη φρίκη που έζησε, αρπάζει ένα περίστροφο κι αρχίζει να πυροβολεί όποιον της θυμίζει τον βιαστή και παρ’ ολίγον δολοφόνο της. Στη συνέχεια, συλλαμβάνεται, δικάζεται, καταδικάζεται και εγκλείεται. Και, κάποια στιγμή, κάνει μια αποτυχημένη (από νομική άποψη) απόπειρα να επανακτήσει την ελευθερία της στη μορφή εκπαιδευτικής άδειας, ομολογώντας ευθαρσώς ότι το πραγματικό ζητούμενο είναι να κερδίσει «ανάσες ελευθερίας». Τέλος, συνεχίζει να δηλώνει αμετανόητη για τις εγκληματικές πράξεις που την οδήγησαν στη φυλακή!

Ερώτηση κρίσεως, επί ενός καθαρά υποθετικού ζητήματος: Πόσοι «ευαίσθητοι προοδευτικοί ανθρωπιστές» θα βγούμε στους δρόμους να φωνάξουμε για το δίκιο της, ζητώντας να της επιτραπεί να συνεχίσει να κυκλοφορεί ελεύθερη στους δρόμους; Ή μήπως τις τραυματικές εμπειρίες τις αντιλαμβανόμαστε με μια λογική αλά καρτ που, ανάλογα με τις προσωπικές μας πεποιθήσεις, δικαιώνει ή καταδικάζει (νομικά και ηθικά) τις εγκληματικές συμπεριφορές;

Αλήθεια, με ποια λογική η σφαίρα ενός άθλιου, επίορκου αστυνομικού είναι, ως εμπειρία, πιο τραυματική από τις τόσες και τόσες μορφές κακοποίησης που υφίστανται αμέτρητα παιδιά στον κόσμο; Και, άραγε, θα μπορούσε κανείς να διανοηθεί την παράκαμψη ενός νόμου προς χάριν οποιουδήποτε επικίνδυνου κακοποιού, με επίκληση ενός τραυματικού εφηβικού του βιώματος; Αν ναι, ας εφαρμόζεται, τουλάχιστον, η παράκαμψη αυτή χωρίς εξαιρέσεις! Για παράδειγμα, θα έπρεπε, ίσως, να διερευνήσει κάποιος τα παιδικά βιώματα του αδίστακτου εγκληματία Κώστα Πάσσαρη. Ποιος ξέρει, ίσως του αναγνωριστούν, αναδρομικά, κάποια ελαφρυντικά, ίσως και να του οφείλουμε μια συγνώμη που δεν βγήκαμε στους δρόμους ζητώντας μια ιδιαίτερη μεταχείρισή του! Ή μήπως αυτό που κάνει τη διαφορά είναι πως δεν του έκαναν την τιμή να τον θεωρήσουν σύντροφο κάποιοι «αντισυστημικοί επαναστατικοί» χώροι του περιθωρίου, ειδικευόμενοι στο γκρέμισμα όσων δεν θα μπορούσαν ποτέ να χτίσουν;

Αλλά, μια και κάποιοι δικαιολογούν τις έκνομες, μη-πολιτικές πράξεις τους, ισχυριζόμενοι πως είναι θύματα ενός στυγνού πολιτικού συστήματος, το μυαλό μου πάει σε ανθρώπους σαν το Γιάννη Ρίτσο (για να αναφέρω μία, μόνο, χαρακτηριστική περίπτωση από τις τόσες). Γνώρισε τη φρίκη αμέτρητων νησιών-κολαστηρίων, πληρώνοντας το τίμημα της ιδεολογίας του. Είδε δίπλα του κορμιά να λιώνουν από τις κακουχίες και τους βασανισμούς, είδε ψυχές, συνειδήσεις και αξιοπρέπειες να καταρρακώνονται… Και όμως, κάθε φορά που του επέτρεπαν να αναπνέει ελεύθερα, δεν έσπευδε να αρπάξει το όπλο του για να το στρέψει ενάντια στην κοινωνία και το «σύστημα». Άρπαζε μόνο τον κονδυλοφόρο κι έπλαθε αθάνατη ποίηση. Η φρίκη που είχε γνωρίσει έγινε μαγιά για την τέχνη του, όχι άλλοθι για εγκληματική δράση. Κι αυτή η τέχνη ήταν εκατό φορές πιο δυνατή από το τουφέκι!

Και, μια και πιάσαμε τους ποιητές, αξίζει να ακούσει κανείς και τον Ντίνο Χριστιανόπουλο να αφηγείται τα εφιαλτικά παιδικά του βιώματα από την περίοδο της Κατοχής:

Δείτε το video…

Παραδόξως, κι αυτός επέλεξε στη συνέχεια τον κονδυλοφόρο!

Θα ήταν μάλλον τετριμμένο να αναφερθεί κανείς, για μία ακόμα φορά, στα παιδικά χρόνια του Χίτλερ και του Στάλιν, τα οποία στιγματίστηκαν από πράξεις ανείπωτης πατρικής βίας. Όμως, αν αποδεχθούμε την περιρρέουσα, εσχάτως, λογική, οι παιδικές αυτές εμπειρίες θα μπορούσαν ίσως να λειτουργήσουν ως μερικό «άλλοθι» για τη διαμόρφωση της ιδιαίτερα απεχθούς προσωπικότητάς τους. Φυσικά, κανένας σοβαρός ιστορικός αναλυτής δεν θα απέδιδε πρώτιστη, τουλάχιστον, σπουδαιότητα σ’ αυτή την παράμετρο, προκειμένου να ερμηνεύσει τα εγκλήματα των δύο αιμοσταγών δικτατόρων!

Από την άλλη μεριά, υπήρξαν και υπάρχουν αληθινά υπέροχοι άνθρωποι που βίωσαν φρικτές εμπειρίες σε «τρυφερά» χρόνια της ζωής τους, χωρίς ποτέ να τις χρησιμοποιήσουν ως άλλοθι εγκληματικών (ή, έστω, αντικοινωνικών) συμπεριφορών. Γι’ αυτή τους την αθόρυβη αξιοπρέπεια δεν θα εξεγερθούν και δεν θα κατέβουν στους δρόμους οι «προοδευτικοί ανθρωπιστές», δεν θα γράψουν επικά ποιήματα οι ποιητές, δεν θα συνθέσουν δακρύβρεχτα κείμενα οι συγγραφείς και οι πολιτικοί αναλυτές, δεν θα απαγγείλουν πύρινους λόγους οι επιλεκτικά ευαίσθητοι «επαναστάτες», δεν θα καούν κτίρια, λεωφορεία, ακόμα και άνθρωποι!

Τελικά, είναι ν’ αναρωτιέται κανείς αν έχουμε απολέσει την ικανότητα αντίληψης των εννοιών, ή απλά είμαστε υποκριτές…

Επί του πιεστηρίου: Καθώς ετοιμαζόμουν να στείλω το παραπάνω κείμενο για δημοσίευση, χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν αναγνώστρια του Aixmi.gr. Σαν άκουσε το θέμα του άρθρου, μου ζήτησε, με εμφανή τα σημάδια της οργής στον τόνο της φωνής της, να μεταφέρω κάποιες σκέψεις της στους αναγνώστες. Η γυναίκα αυτή (μητέρα ενός παιδιού που το μεγάλωσε κάνοντας μεγάλες προσωπικές θυσίες) επί έναν ολόκληρο χρόνο γνώρισε από κοντά τη δύσκολη πραγματικότητα μιας σοβαρής αρρώστιας, καθώς φρόντιζε και συνόδευε στις θεραπείες του ένα πολύ κοντινό της πρόσωπο που, τελικά, «έφυγε» νωρίς. Μου είπε, λοιπόν, και κατέγραψα τις λέξεις της:

«Είναι τουλάχιστον ιερόσυλο να χρησιμοποιεί κανείς τη ζωή που του δόθηκε σαν μέσο εκβιασμού για τέτοιο λόγο και με τέτοιο τρόπο! Έχουν χαραχθεί στη μνήμη μου (την πιάνουν λυγμοί) εικόνες νέων παιδιών στις μονάδες θεραπείας, πολύ νέων, με τον ορό στο χέρι, να κοιτάζουν με βλέμμα απελπισμένο τους γιατρούς, εκλιπαρώντας για μια απάντηση κάπως ενθαρρυντική για να μπορέσουν να κρατηθούν, παλεύοντας κυριολεκτικά να κερδίσουν μια μέρα ζωής… Και, τι ειρωνεία, δεν τους εκπροσωπούσε κανείς, ήταν στα αζήτητα! Δεν είχαν τους κορυφαίους γιατρούς της χώρας πάνω απ’ το κεφάλι τους, δεν είχαν όλες τις κάμερες και τα μικρόφωνα στραμμένα καταπάνω τους, δεν κινδύνεψε κανένα πολιτικό σύστημα να καταρρεύσει για χάρη τους… Ξέχασαν, βλέπεις, να δηλώσουν επαναστάτες!»

Λίγες στιγμές σιωπής, και συνεχίζει με την ίδια ένταση:

«Ξέρεις, υπάρχει πρόβλημα έλλειψης θέσεων στις εντατικές των νοσοκομείων. Είδα ανθρώπους με σοβαρά προβλήματα να περιμένουν τη σειρά τους, κι αυτή να μην έρχεται. Όποιος επιλέγει τη μέγιστη ύβρη κατά της ζωής, ας πάρει τουλάχιστον τις ευθύνες του κι ας αποδεσμεύσει τους χώρους, μη στερώντας, έτσι, τη δυνατότητα και την ευκαιρία από κάποιους άλλους που αγωνίζονται να ζήσουν. Αυτό μάλιστα, θα ήταν στάση επαναστάτη!»

Την ευχαρίστησα για την παρέμβαση και την άφησα να ηρεμήσει, υποσχόμενος να μεταφέρω τα λόγια της στους αναγνώστες του Aixmi.gr.

Aixmi.gr

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

Jennifer Lawn: Παιδικά τραύματα στο όνομα της έβδομης τέχνης!

Κάποιοι αναγνώστες του Aixmi.gr ίσως θυμούνται ένα παλιότερο άρθρο, με τίτλο: «Η τρομερή αλήθεια πίσω από μια φημισμένη κινηματογραφική σκηνή!». Στο άρθρο αυτό, προϊόν προσωπικής έρευνας, είχαμε φέρει στο φως μια άγνωστη πτυχή από τα γυρίσματα της φημισμένης ταινίας του Alan J. Pakula, “Sophie’s Choice” (1982) με την Meryl Streep (Όσκαρ ερμηνείας) και τον Kevin Kline. Μια πτυχή που αμαυρώνει τη φήμη τόσο της ίδιας της ταινίας, όσο και του ιδιοφυούς σκηνοθέτη της…

Αυτό που προσωπικά μας είχε εντυπωσιάσει όταν πρωτοείδαμε την ταινία, ήταν η ανατριχιαστικά ρεαλιστική ερμηνεία της μικρούλας Jennifer Lawn, η οποία υποδυόταν την κόρη τής Meryl Streep. Στην κορυφαία σκηνή του έργου, που λαμβάνει χώρα, υποτίθεται, στο Άουσβιτς κατά τη διάρκεια «υποδοχής» Πολωνών κρατουμένων, βλέπουμε την Jennifer «γαντζωμένη» στην αγκαλιά της κινηματογραφικής μητέρας της, με τον τρόμο ζωγραφισμένο στο παιδικό προσωπάκι της (το τρεμούλιασμα των χειλιών της δύσκολα θα μπορούσε να το πετύχει με τόση φυσικότητα ακόμα και μια πεπειραμένη ηθοποιός!) καθώς ένα ναζιστικό κτήνος με στολή «παζαρεύει» τη ζωή και το θάνατό της. Η σκηνή κορυφώνεται με τα σπαραχτικά ουρλιαχτά της μικρούλας καθώς την αρπάζουν βίαια, απομακρύνοντάς την από τη «μητρική» αγκαλιά…

Αυτό που έφερε στο φως η έρευνα που είχαμε κάνει, ήταν ότι το παιδί δεν υποκρινόταν αλλά βίωνε στ’ αλήθεια τη σκηνή! Κι αυτό, όπως μάθαμε αργότερα, επιτεύχθηκε με τρόπο μεθοδικό από τους συντελεστές της ταινίας, με τη συναίνεση, μάλιστα, της (πραγματικής) μητέρας της μικρής ηθοποιού, που ήταν παρούσα στα γυρίσματα. Ο σκοπός προφανής: να επιτευχθεί ο μέγιστος δυνατός ρεαλισμός στην «ερμηνεία»!

Ο απόηχος αυτής της αποκάλυψης έφτασε πολύ μακρύτερα απ’ ό,τι θα μπορούσαμε να περιμένουμε. Η 36χρονη, σήμερα, Jennifer Lawn, που είχε κρατήσει ως πρόσφατα επτασφράγιστο το μυστικό του γυρίσματος εκείνης της φοβερής κινηματογραφικής σκηνής, μίλησε, επιτέλους, δημόσια για την εφιαλτική εμπειρία της, επιβεβαιώνοντας, ουσιαστικά, τις πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας τόσο στο Aixmi.gr, όσο και (στα αγγλικά) στο blog Musicphile. Σε πρόσφατη συνέντευξή της στο Entertainment Weekly, η οποία δημοσιεύθηκε με τον τίτλο: “Sophie’s Choice: The little girl and the story behind that haunting scene”, αποκάλυψε περισσότερα απ’ όσα ήδη γνωρίζαμε…

Καταρχήν, διέψευσε διακριτικά την Meryl Streep (αλλά κι εμάς που παρασυρθήκαμε από δηλώσεις της μεγάλης ηθοποιού): Η σκηνή δεν γυρίστηκε μόνο μία φορά, αλλά δεκατρείς! Και, κάθε φορά, η τετράχρονη μικρούλα ξαναζούσε τον ίδιο τρόμο της αρπαγής από μια αγκαλιά που την είχαν μάθει να εμπιστεύεται. Κι αυτή η εμπιστοσύνη χτίστηκε βήμα-βήμα, με τρόπο καλά μελετημένο, μεθοδικό, αφού, την περίοδο των γυρισμάτων, η Streep περνούσε ώρες ολόκληρες παρέα με τη Jennifer, πετυχαίνοντας να κάνει τη μικρή να τη νιώσει σαν πραγματική μητέρα της!

Ο ηθοποιός που ενσάρκωνε τον αξιωματικό των SS (ο Αυστριακός Karlheinz Hackl, 1949–2014) είχε πράγματι τρομερή όψη. Και, όπως θυμάται η Lawn, δεν εμφανιζόταν μπροστά στο παιδί παρά μόνο κατά τη στιγμή των γυρισμάτων, πράγμα που έκανε την παρουσία του ακόμα πιο τρομαχτική! Και, φυσικά, τη σκηνή ακόμα ρεαλιστικότερη…

Αυτά όλα, βέβαια, ανήκουν στο παρελθόν. Όμως, όπως έχουμε διαπιστώσει, εδώ και λίγο καιρό το όνομα Jennifer Lawn στο Google δεν παραπέμπει απλά και μόνο στην επιτυχημένη αντιπρόεδρο της μεγαλύτερης αμερικανικής ασφαλιστικής εταιρείας, αλλά και στο alter ego της: ένα ξεχασμένο κινηματογραφικό ταλέντο που απόχτησε μια πρόσκαιρη φήμη ξεπληρωμένη με παιδικά τραύματα. Όχι, πάντως, ανεξίτηλα, όπως βεβαιώνει η ίδια η Jennifer! Η οποία σήμερα ζει και εργάζεται μόνιμα στο Παρίσι, παντρεμένη με Γάλλο υπήκοο.

Όσο για το “Sophie’s Choice”, δεν ξέρω αν είναι η αγαπημένη της ταινία. Αυτό που είναι σίγουρο είναι πως, όπως λέει χαμογελώντας, μπορεί πια να τη βλέπει χωρίς να σφίγγεται το στομάχι της. Άρα και το δικό μας, επίσης!

Aixmi.gr

Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2014

Ραντεβού με ένα θλιμμένο χαμόγελο...


Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

Του φάνηκε σαν θείο δώρο όταν η Λίνα τού είπε πως θα έφευγε για λίγες μέρες, να επισκεφθεί τη μητέρα της στην επαρχία. Η αλήθεια ήταν πως κι εκείνος ήταν έτοιμος να της πει κάτι ανάλογο. Μόνο που, στη δική του περίπτωση, ο αληθινός λόγος του ταξιδιού δεν θα μπορούσε να ειπωθεί. Θα έμοιαζε σαν παραμύθι. Για εκείνη, όμως, θα ήταν ένα επικίνδυνο, απειλητικό παραμύθι, για το οποίο δεν της είχε μιλήσει ποτέ...

Το ταξίδι του θα ‘χε σα σκοπό την εκπλήρωση μιας υπόσχεσης που είχε δοθεί χρόνια πριν, όταν, παιδί ακόμα, έκανε τις καλοκαιρινές διακοπές του σε κάποιο παραθαλάσσιο χωριό. Εκεί, το πλαϊνό σπίτι νοίκιαζε μια άλλη οικογένεια από την πόλη. Και καθόλου δεν θα του ‘χαν φανεί σημαντικοί και αξιομνημόνευτοι, αν ανάμεσά τους δεν υπήρχε εκείνη η μικρούλα, πάνω-κάτω στη δική του ηλικία...

Την έβλεπε πρωί κι απόγευμα να μελετά και να γράφει πάνω σε ένα παλιό τραπέζι, κάτι σαν πρόχειρο γραφείο. Πολύ αυστηροί θα πρέπει να ‘ταν οι δικοί της, να τη βάζουν να κάνει επαναλήψεις στα μαθήματα καταμεσής του καλοκαιριού, τις ώρες που οι υπόλοιποι της ηλικίας της έπαιζαν στους δρόμους! Θυμάται που πέταγε, εκείνος, επίτηδες τη μπάλα μακριά, ίσαμε το σπίτι της, και προθυμοποιούταν πάντα να τρέξει να τη φέρει. Είχε έτσι την ευκαιρία να κοντοσταθεί έξω απ’ την αυλόπορτά της, να τη δει που διάβαζε σκυμμένη στα βιβλία. Και είχε πάντα στο πρόσωπο εκείνη τη θλιμμένη έκφραση που την έκανε να δείχνει τόσο όμορφα αινιγματική...

Για κάποιο μεταφυσικό λόγο, δεν έμαθε ποτέ το όνομά της. Έστεκε πάντα έξω απ’ την αυλόπορτα χωρίς να μιλά, κοιτώντας σαν υπνωτισμένος εκείνο το θλιμμένο βλέμμα. Ως τη μέρα που είδε τους γείτονες να κάνουν ετοιμασίες γι’ αναχώρηση. Άρπαξε τότε κάτι βιαστικά απ’ τον εκδρομικό σάκο του και έτρεξε στο διπλανό σπίτι. Την είδε στην είσοδο, λες και τον περίμενε, λες και το ‘ξερε πως θα πήγαινε να τη χαιρετήσει. Ήταν για πρώτη φορά που την έβλεπε να χαμογελά!

«Άκου», της είπε, «δεν ήρθα να παίξουμε τόσον καιρό γιατί σε έβλεπα που διάβαζες. Όμως... πάρε αυτό!» Και, με μια κίνηση αδέξια, έβγαλε από την τσέπη μια πρόσφατη φωτογραφία του. «Περίμενε», απάντησε εκείνη και έτρεξε βιαστικά στο σπίτι. Γύρισε κρατώντας μια δική της φωτογραφία, που την έβαλε κρυφά στο χέρι του.

Κοντοστάθηκαν για λίγο, κοιτάζοντας αμήχανα ο ένας τον άλλο. Και τότε, έτσι για να σπάσει τη σιωπή, του ‘ρθε να προτείνει μια ιδέα που, για χρόνια μετά, ντρεπόταν να τη θυμάται έτσι ανόητη που του φάνηκε: «Δεν ξέρω αν θα σε ξαναδώ. Όμως, σα μεγαλώσουμε... δηλαδή, ξέρω ‘γώ... σε 40 χρόνια, ας πούμε, τι θα ‘λεγες να ξαναβρεθούμε εδώ, στο ίδιο μέρος, την ίδια μέρα σαν σήμερα;»

«Σε 40 χρόνια; Μα, πώς θα γνωριστούμε τότε; Το σκέφτηκες;» Εκείνος βρήκε αμέσως τη λύση: «Άκου τι θα κάνουμε: Θα κρατάμε κι οι δυο τις φωτογραφίες. Έτσι, θα ξέρουμε!» Εκείνη συμφώνησε: «Εντάξει. Σε 40 χρόνια από σήμερα!»

Τα χρόνια που πέρασαν από τότε, έφερνε συχνά στο νου του εκείνη τη γελοία πρόταση που είχε κάνει, σίγουρος πως το κορίτσι του διπλανού εξοχικού σπιτιού θα τον είχε πάρει για τρελό! Δεν ξέχασε, όμως, ποτέ εκείνο το θλιμμένο χαμόγελό της τη μέρα του αποχαιρετισμού. Ακόμα και μετά που γνώρισε τη γυναίκα της ζωής του, με την οποία τώρα ζούσε ευτυχισμένος και ήταν πάντα αληθινά ερωτευμένος...

Μα, να που η ζωή παίζει τα παιχνίδια της, ίσως για να δοκιμάσει πόσο σταθερά είναι τα απαράβατα που έχουμε ορίσει στη ζωή μας! Δεν πάνε πολλές μέρες που άνοιξε εκείνο το κουτί, ψάχνοντας για ένα παλιό βιβλιάριο καταθέσεων. Κι εκεί, μέσα σε ένα μικρό φάκελο, είδε τη φωτογραφία. Θυμήθηκε πως από πίσω είχε γράψει μια ημερομηνία. Και – τι σύμπτωση! – ήταν ίδια με τη μεθαυριανή μέρα. Μα, το σπουδαιότερο αφορούσε τη χρονολογία: θα συμπληρώνονταν ακριβώς 40 χρόνια από τότε!

Λίγο για να εκπληρώσει συμβολικά μια ανενεργή, πλέον, υπόσχεση, λίγο για να ξορκίσει οριστικά ένα παιδικό απωθημένο, αποφάσισε να ταξιδέψει ως εκείνο το παραθαλάσσιο χωριό, στο οποίο ποτέ δεν είχε ξαναβρεθεί από τότε. Η βολική απουσία της γυναίκας του θαρρείς και ήταν σημάδι από τον ουρανό που δεν έπρεπε να αγνοηθεί! Ντύθηκε πρόχειρα (ποιον θα συναντούσε εκεί, άλλωστε;) και μπήκε στο αυτοκίνητο...

Έφτασε σε λίγες ώρες. Το χωριό είχε αλλάξει, ήταν σχεδόν αγνώριστο κάτω από τον αναγκαίο τουριστικό εκσυγχρονισμό. Βρήκε, όμως, εύκολα το σπίτι που κάποτε φιλοξένησε εκείνο το αινιγματικά θλιμμένο χαμόγελο της τελευταίας μέρας. Για την ακρίβεια, ήταν τώρα ένα σύγχρονο ξενοδοχείο. Και η αυλόπορτα είχε δώσει τη θέση της σε μια συρόμενη ηλεκτρική πόρτα που άνοιγε αυτόματα με τηλεκοντρόλ.

Έβγαλε μηχανικά τη φωτογραφία από την τσέπη. Του φάνηκε τόσο αστεία η κίνηση! Άφησε, όμως, το βλέμμα του να περιεργαστεί για λίγο ακόμα εκείνο το μελαγχολικό παιδικό πρόσωπο. Μετά, με μια κίνηση γεμάτη σιγουριά, έβαλε το χέρι στην τσέπη αναζητώντας τον αναπτήρα. Έπρεπε να βάλει τέλος σε κάθε νήμα που τον κρατούσε δεμένο με ό,τι απόμεινε να του θυμίζει το παιδί που υπήρξε κάποτε. Γιατί η ζωή είναι σκληρή, δε στο συγχωρεί αν καταλάβει πως ακόμα δε μεγάλωσες όσο θα ‘πρεπε...

Μα δεν πρόλαβε να κάψει τις μνήμες. Σηκώνοντας το βλέμμα, είδε άξαφνα μπροστά του τη Λίνα! Φαίνεται τον είχε παρακολουθήσει, ίσως και να ‘χε μυριστεί το ψέμα που με ολοφάνερη αδεξιότητα (άμαθος, βλέπεις, σε τέτοια) της είχε πει, για ένα συνέδριο που τάχα θα γινόταν σε κάποια μακρινή πόλη...

Όμως, έδειχνε το ίδιο σαστισμένη κι αμήχανη μ’ εκείνον. Τόσο που δε μπόρεσε ν’ αποσώσει μια αυθόρμητη κίνηση να κρύψει αυτό που κρατούσε στο χέρι της. Και ήταν κάτι γνώριμο σ’ αυτόν, κάτι που είχε χρόνια να δει: η μαθητική φωτογραφία του από τις γυμναστικές επιδείξεις του σχολείου. Ναι, εκείνη η ίδια φωτογραφία που, για λόγο που δε θυμάται πια, είχε μαζί του στις διακοπές το καλοκαίρι πριν 40 χρόνια!

Ξάφνου, λες για ν’ αποδιώξουν την κοινή αμηχανία τους, ξέσπασαν κι οι δυο σε δυνατά γέλια. Και γελούσαν κι αγκαλιάζονταν ώρα πολλή, δίχως να λένε άλλη λέξη. Ναι, η Λίνα δεν είχε πια εκείνο το γνώριμο μελαγχολικό χαμόγελο, αυτό που τόσο τον είχε γοητεύσει όταν την πρωτοείδε. Γελούσε, όμως, τώρα στ’ αλήθεια, ίσως για πρώτη φορά τόσο αυθόρμητα. Κι ήταν ακόμα πιο όμορφη...

(Αφιερωμένο σ’ εκείνους που ψάχνουν μέσα τους να βρουν αν το Σύμπαν εκτείνεται για πάντα, ή κάνει κύκλους και ξαναγυρνά...)

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014

Πολιτικό τραγούδι στην Ηλιούπολη: Μια αξιέπαινη μουσική πρωτοβουλία!

Με το δήμο Ηλιούπολης έχω ιδιαίτερες προσωπικές σχέσεις. Έτσι, με χαρά δέχθηκα την πρόσκληση να παρακολουθήσω μια μουσικο-θεατρική εκδήλωση του Πολιτιστικού Συλλόγου «Άγγελος Σικελιανός», στη Θεατρική Αίθουσα του Δημαρχείου Ηλιούπολης, το Σάββατο 15 Νοέμβρη. Η Θάλια με προειδοποίησε εμφατικά: «Κοίτα, μην αρχίσεις πάλι τους ακαδημαϊσμούς και την υψηλή μουσική ανάλυση, ψάχνοντας να βρεις κουσούρια στην παράσταση! Σου το λέω εκ των προτέρων: η χορωδία αποτελείται αποκλειστικά από ερασιτέχνες!»

Αφήνοντας κι εγώ τον Μπαχ, τον Μότσαρτ και τον Βάγκνερ στο σπίτι, κίνησα για το Δημαρχείο, να ακούσω τους «ερασιτέχνες». Αντικείμενο της εκδήλωσης ήταν το πολιτικό τραγούδι, με σαφείς αναφορές στους αγώνες της Αριστεράς. Το πρόγραμμα περιλάμβανε μερικά από τα πιο γνωστά πολιτικά τραγούδια της «κλασικής» δισκογραφίας του είδους, αλλά και κάποιες πιο πρόσφατες δημιουργίες. Τα τραγούδια ήταν διασκευασμένα για μικτή χορωδία, με συνοδεία τετραμελούς ορχήστρας (τσέλο, ηλεκτρικό πιάνο, κιθάρα, μπουζούκι) και κρουστών.

Το μουσικό μέρος της βραδιάς ήταν, για μένα, αληθινή αποκάλυψη! Η συνθέτης και μαέστρος Σοφία Καμαγιάννη κατάφερε το ακατόρθωτο: να πάρει στα χέρια της μια παρέα ανθρώπων με αγάπη στο τραγούδι αλλά δίχως ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις στη μουσική, και να τους διδάξει, στην πράξη, τι σημαίνει αρμονία, αντίστιξη και πειθαρχημένος μουσικός συντονισμός. Το εξαιρετικό καλλιτεχνικό αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά σε «ερασιτεχνισμό» παρέπεμπε. Και η προτροπή της Θάλιας, τελικά, αποδείχθηκε πως παραβίαζε ανοιχτές θύρες!

Εκτός από τη μουσική διδασκαλία, το ίδιο εξαιρετική ήταν η μουσική διασκευή και η ενορχήστρωση των τραγουδιών από την Καμαγιάννη. Στέκομαι ιδιαίτερα στην περίτεχνη ενορχήστρωση, που κατόρθωσε να δημιουργήσει ορχηστρικά εφέ με ένα πολύ μικρό σύνολο οργάνων (χάρισμα που είχε και ο μεγάλος Χατζιδάκις). Ακόμα κι εκεί που έλειπαν φωνές, τις συμπλήρωνε επιδέξια το τσέλο, που έμοιαζε να ανήκει πότε στην ορχήστρα και πότε στη χορωδία!

Μοναδικό αδύνατο σημείο της παράστασης, η ανάγνωση «πολιτικών» κειμένων ανάμεσα στα τραγούδια. Λόγος που κάποιες στιγμές ακουγόταν κοινότοπος, ίσως ακόμα και λαϊκιστικός, μετριάζοντας τη δύναμη της μελοποιημένης ποίησης, διαβασμένος με μια επίκαιρη αντιμνημονιακή οργή που συχνά φόρτιζε το θέατρο με αρνητική ενέργεια. Και, εν τέλει, λόγος περιττός, αφού τα ίδια τα τραγούδια είπαν όλα όσα έπρεπε να ειπωθούν!

Αφήνοντας, όμως, πίσω μας τη γκρίνια, φύγαμε από την παράσταση γεμάτοι από υπέροχες μελωδίες και εντυπωσιασμένοι από το υψηλό καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Μπράβο σε όλους τους συντελεστές!

Aixmi.gr

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2014

Μάθημα ταπεινοφροσύνης…


Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

Το σωστό του όνομα κανείς δεν το γνώριζε, ή κι ίσως δεν το θυμόταν. Όλοι στο χωριό τον ήξεραν «Σκυφτο-Νικόλα». Έφταιγε η παράξενη περπατησιά του, πάντα με το κεφάλι κάτω, λες κι αναζητούσε κάτι που το ‘ψαχνε καιρό μα ποτέ δεν το ‘βρισκε!

Ο δάσκαλος, που κάτι παραπάνω ήξερε για τους ανθρώπους, έβγαλε μια μέρα το πόρισμα: «Το βάδισμα του Σκυφτο-Νικόλα προδίδει βαθύτατο αίσθημα ταπεινοφροσύνης. Ας γίνει ηθικό παράδειγμα προς μίμηση για όλους μας!»

Και, πράγματι, στο χωριό όλοι αγαπούσαν το Σκυφτο-Νικόλα. Μα πώς να μην τον αγαπούν; Ποιον δεν έτρεχε να βοηθήσει σαν είχε ανάγκη! Ποιον είδε πεινασμένο και δεν μοιράστηκε μ’ αυτόν το λιγοστό φαΐ του! Ποιον ένιωσε λυπημένο και δεν του ‘φτιαξε τη διάθεση με τον καλό το λόγο του!

Όμως, κανείς στο χωριό δεν πρόσεξε πως ο Σκυφτο-Νικόλας δεν ζητούσε τίποτα για τον εαυτό του. Όλοι το θεωρούσαν δεδομένο ότι ένας τόσο ταπεινόφρων άνθρωπος ήταν γεννημένος μόνο να δίνει, ποτέ να ζητά! Ο παπάς, μάλιστα, έλεγε πως αυτό το έκανε προσμένοντας ότι μια μέρα θα ανταμειβόταν γενναιόδωρα στους ουρανούς. Και όχι μόνο για τα λίγα χρόνια μιας γήινης ζωής, μα για μια ολόκληρη αιωνιότητα!

Τα χρόνια πέρασαν... Και, μια μέρα, ο Σκυφτο-Νικόλας κατάλαβε ότι είχε αρρωστήσει πολύ. Σε λίγο δεν θα μπορούσε πια να βγάζει τη μέρα χωρίς τη βοήθεια και τη φροντίδα των χωριανών του. Όμως, βάρος αυτός δεν ήθελε να γίνει σε κανέναν! Μια ζωή, είχε μάθει να δίνει μόνο... Εξάλλου, οι άνθρωποι είχαν τις δικές τους δουλειές, τις δικές τους έγνοιες. Ποιος θα έτρεχε να κοιτάξει, τώρα, έναν ανήμπορο που τίποτα πια δεν ήταν σε θέση να προσφέρει στην κοινωνία;

Μέρες πολλές το συλλογιζόταν... Κι ύστερα τ’ αποφάσισε! Με βήματα αργά, τυραννισμένα από τα χρόνια και την αρρώστια, ανέβηκε στο αντικρινό βουνό. Ακολουθώντας τα μονοπάτια μελλοντικών φιλοσόφων σε ένα δικό του, προσωπικό Ναραγιάμα, τρύπωσε στη σπηλιά που είχε εντοπίσει χρόνια πριν, σε κάποια μαθητική εκδρομή. Τότε που η ζωή έμοιαζε ακόμα τόσο αθώα πίσω από το πλανερό της χαμόγελο...

Σαν είχαν μέρες να τον δουν, στο χωριό άρχισαν να αναρωτιούνται... Ο δάσκαλος ήταν καθησυχαστικός: «Μην ανησυχείτε, καλά θα είναι! Οι ταπεινόφρονες άνθρωποι εμφανίζουν συχνά τάσεις εσωστρέφειας. Μένουν για λίγο μόνοι με τον εαυτό τους και αυτοκρίνονται, μελετώντας τα σφάλματά τους. Σε λίγο, με καθαρή πια τη συνείδηση, επιστρέφουν στην κοινωνία για να συνεχίσουν την προσφορά τους σε αυτήν!»

Το λόγο πήρε κι ο παπάς, που δεν διαφώνησε: «Καλά τα λέει ο δάσκαλος! Είμαι βέβαιος πως ο Σκυφτο-Νικόλας, έστω και αργά, ανακάλυψε τη δύναμη της προσευχής που εξαγνίζει την ψυχή του κάθε αμαρτωλού. Και, για να είμεθα ειλικρινείς, τώρα τελευταία έδειχνε σημάδια απόκλισης από το δρόμο της αρετής. Αποτραβηγμένος και μοναχικός, δεν έτρεχε πια με τον ίδιο ζήλο να προσφέρει τη βοήθειά του σ’ αυτούς που τη χρειάζονταν. Θα έλεγα, είχε αρχίσει να γίνεται κάπως εγωκεντρικός!»

Ο ενωμοτάρχης, όμως, της τοπικής χωροφυλακής δεν συμμεριζόταν τις αισιόδοξες σκέψεις του παπά και του δάσκαλου. Για εκείνον, ο Σκυφτο-Νικόλας ήταν εξαφανισμένος! Αποφάσισε, λοιπόν, να ανοίξει το σπίτι του, να δει μήπως κάτι του ‘χε συμβεί. Ξοπίσω του έτρεξε, με περιέργεια πολλή, όλο το χωριό...

Όπως ήταν φυσικό, βρήκαν το σπίτι άδειο. Μόνο πάνω στο γραφείο, ανάμεσα σε σκονισμένα βιβλία και αμέτρητα μισο-γραμμένα χαρτιά, ξεχώριζε ένα σημείωμα. Έγραφε κάτι που έμοιαζε με ποίημα:

Πάντα στο δρόμο με κοιτάς
που περπατώ σκυφτός.
Και εύκολη εξήγηση
σ’ αυτή μου τη συνήθεια δίνεις:
Πως είμαι το παράδειγμα
της ταπεινοφροσύνης!

Μα θέλω αλήθεια να σου πω
κι ας είναι την εικόνα μου
αυτό να αμαυρώσει:
Το δρόμο πρέπει να κοιτώ
γιατί σα στραβοπέσω
ξέρω κανείς δε θα βρεθεί
εκεί να με σηκώσει!

Ο δάσκαλος έμεινε εκστατικός: «Ώστε ήταν και ποιητής!» Το ίδιο κι ο παπάς: «Ευλογημένες λέξεις, με βαθιά ανθρώπινη σημασία! Περιγράφουν τη δυστυχία του σύγχρονου ανθρώπου που έχει απομακρυνθεί από την Εκκλησία!»

Ο καφετζής του χωριού, όμως, είχε τη δική του άποψη: «Αν ψάχνετε για τον τρελό, τον είδα που ανέβαινε κατά το βουνό. Κι ύστερα σου λένε, η τρέλα δεν πάει στα βουνά!»

Ο ενωμοτάρχης, μάλλον πιο ησυχασμένος τώρα, έκλεισε την πόρτα του σπιτιού και κίνησε για το σταθμό της χωροφυλακής, να συντάξει την έκθεση. Στην πλατεία του χωριού άρχιζαν οι ετοιμασίες για το τοπικό πανηγύρι...

(Αφιερωμένο σε όσους περπατούν σκυφτοί. Κοιτώντας μέσα τους, πριν σηκώσουν το κεφάλι να δούνε τ’ άστρα...)

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2014

Διώξτε, επιτέλους, την αλητεία από την ΑΕΚ!

Την περασμένη Κυριακή, στο γήπεδο της Ριζούπολης, μερικές δεκάδες αλητών διέσυραν για μία ακόμα φορά το όνομα της ΑΕΚ με πράξεις βίας που δυσφημούν το σύλλογο, αλλά και το ποδόσφαιρο ως άθλημα, γενικά. Συχνά αναφέρονται με τον απρόσωπο χαρακτηρισμό «γνωστοί-άγνωστοι». Δεν είναι καθόλου άγνωστοι! Ή μάλλον, είναι μόνο για εκείνους που είτε κλείνουν τα μάτια στο φαινόμενο της βίας στα γήπεδα, είτε – ακόμα χειρότερα – επιδιώκουν, για λόγους σκοτεινούς, τη διατήρησή του…

Είναι οι ίδιοι – τουλάχιστον, σε ό,τι αφορά τον σκληροπυρηνικό οπαδικό χώρο από τον οποίο προέρχονται – που αμαύρωσαν την κατάκτηση του Κυπέλλου το 2011, βιαιοπραγώντας άνευ αιτίας κι αφορμής στον Τελικό της ντροπής… Οι ίδιοι που κατεξευτέλισαν έναν ιστορικό προπονητή της ομάδας (καθώς και τους συνεργάτες, ακόμα και την οικογένειά του) επειδή «τόλμησε» να εργαστεί, για ένα διάστημα, σε ανταγωνιστικό σύλλογο… Οι ίδιοι που με βία και τρομοκρατία επέβαλαν τον Θεμιστοκλή Νικολαΐδη ως πρόεδρο της ΠΑΕ, για να τον αποπέμψουν καθυβριζόμενο όταν εκείνος αρνήθηκε να τους καταστήσει οιονεί συνδιοικούντες, ενώ κατέβαλε και (όψιμες) προσπάθειες να καθαρίσει τον οπαδικό χώρο της ΑΕΚ από την αλητεία…

Και, είναι οι ίδιοι που πανηγύριζαν(!) όταν ο Ολυμπιακός, με το καταραμένο εκείνο γκολ στο 90΄, κέρδιζε τη Λάρισα στο «Καραϊσκάκη» το 2008, στερώντας την ΑΕΚ από έναν τίτλο που εδικαιούτο απόλυτα. (Για την ιστορία, ο ΟΣΦΠ πήρε τότε τον τίτλο κυριολεκτικά «στα χαρτιά», υπό τα προκλητικά σαρκαστικά τηλεοπτικά ευφυολογήματα του τότε προέδρου του…) Όταν κάποτε ρώτησα έναν από αυτούς, προς τι οι πανηγυρισμοί, μου απάντησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια πως θα ήταν καταστροφή για την ΑΕΚ αν πιστωνόταν η κατάκτηση ενός πρωταθλήματος σε έναν «καταδότη» (ελληνιστί, «ρουφιάνο») πρόεδρο, ο οποίος, συν τοις άλλοις, δεν ήθελε να γίνει το γήπεδο στη Νέα Φιλαδέλφεια! (Ο χαρακτηρισμός «καταδότης» αναφερόταν στην προσπάθεια συνεργασίας του Θ. Νικολαΐδη με τις αρχές, με σκοπό την πάταξη της βίας στα γήπεδα.)

Σήμερα που ο σύλλογος κάνει μια νέα αρχή πασχίζοντας να αναγεννηθεί από τις στάχτες του, τα ίδια τρωκτικά εξακολουθούν να κάνουν κουμάντο στο σκληρό πυρήνα των «οργανωμένων» οπαδών. Το λέμε ξεκάθαρα: Δεν πρόκειται για φίλους της ΑΕΚ, αλλά για περιθωριακά στοιχεία που χρησιμοποιούν τον οπαδικό χώρο σαν λημέρι και σαν ορμητήριο για την «αντιεξουσιαστική» δράση τους. Η οποία δράση στρέφεται, κατά κύριο λόγο, εναντίον των αστυνομικών δυνάμεων που περιφρουρούν την τάξη στα γήπεδα. Αυτοί είναι για εκείνους ο πραγματικός αντίπαλος, και όχι η ομάδα που αντιμετωπίζει η ΑΕΚ στον αγωνιστικό χώρο!

Η «μεγαλύτερη οργάνωση οπαδών της ΑΕΚ» υπήρξε δημιούργημα ενός αρχομανούς οπαδού με ηγετικές φιλοδοξίες. Ιδιοφυής και χαρισματικός δημαγωγός, κατάφερε να δημιουργήσει μια πολυάριθμη κοινότητα φανατικά αφοσιωμένων οπαδών-στρατιωτών. Αφοσιωμένων, βέβαια, στην ίδια την οργάνωση και τον αρχηγό της, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στην ΑΕΚ, την οποία δεν δίστασαν να βλάψουν όσες φορές οι διοικήσεις της δεν τους έκαναν τα χατίρια!

Με τον καιρό, στην οργάνωση παρεισέφρησαν και άτομα του περιθωρίου, τα οποία ελάχιστη σχέση είχαν με την ΑΕΚ ή με το ποδόσφαιρο, γενικότερα. Τους βλέπουμε χρόνια στα γήπεδα όπου αγωνίζεται η ομάδα, να βιαιοπραγούν και να καταστρέφουν, χωρίς η πολιτεία να δείχνει ικανή να καταστείλει τη δράση τους. Και, δυστυχώς, παραμένουν επίκαιρα αυτά που γράφαμε πριν περίπου τρία χρόνια στο «ΒΗΜΑ»:

«Χρόνια τώρα οι μηχανισμοί της πολιτείας αποδεικνύονται ανίσχυροι (ή μήπως κι απρόθυμοι;) να εξαλείψουν ένα νοσηρό φαινόμενο που διώχνει σιγά-σιγά τους πραγματικούς φιλάθλους από τα γήπεδα. Η ουσιαστική ατιμωρησία των κάφρων και των ΠΑΕ που τους στεγάζουν, ισοδυναμεί με επίσημη ασυλία στους αλήτες των γηπέδων και ενθαρρύνει ευθέως τη διαιώνιση των φαινομένων βίας στους αθλητικούς χώρους.

(…) Οι λεγόμενοι ‘οργανωμένοι’ οπαδοί της ΑΕΚ (ομάδας που υποστηρίζει ο γράφων) εξάντλησαν τα όρια ανοχής των αθλητικών αρχών όταν εισέβαλαν με βίαιο τρόπο στον αγωνιστικό χώρο αρκετά λεπτά πριν τη λήξη του τελικού του Κυπέλλου Ελλάδος (σ.σ: το 2011) χτυπώντας αντίπαλους ποδοσφαιριστές αλλά και τον ίδιο το διαιτητή! Δεν μπήκαν από ασυγκράτητη παρόρμηση να πανηγυρίσουν, ούτε με σκοπό να διαμαρτυρηθούν (η ομάδα τους κέρδιζε ήδη με ευρύ σκορ, έχοντας απολαύσει και σχετική εύνοια από την διαιτησία). Ήθελαν μόνο να κάνουν επίδειξη δύναμης, να βροντοφωνάξουν πως η βία τους είναι πάνω από αθλητικά ιδεώδη και έντιμες νίκες μέσα στους αγωνιστικούς χώρους… Και το πέτυχαν απόλυτα!

Ο διαιτητής της συνάντησης δεν τόλμησε (ως όφειλε) να κηρύξει τον αγώνα διακοπέντα εις βάρος της ΑΕΚ, η αντίπαλη ομάδα δεν τόλμησε, με τη σειρά της, να κάνει ένσταση, με την οποία θα κέρδιζε το παιχνίδι (έστω ‘στα χαρτιά’) και, σαν κερασάκι στην τούρτα, η ΑΕΚ (της οποίας η διοίκηση επί σειρά ετών δέχεται ως ισότιμο συνομιλητή τον άνθρωπο που εισήγαγε τον χουλιγκανισμό στο σύλλογο) γλίτωσε με μια τιμωρία-χάδι που, ακόμα και σε πολλούς απ’ τους φιλάθλους της (του γράφοντος συμπεριλαμβανομένου) φάνηκε σκάνδαλο! Και η πολιτεία γι’ ακόμα μια φορά έκλεισε φοβισμένη το μάτι στους ταραχοποιούς, προσπαθώντας να κατευνάσει τα άγρια ένστικτά τους με το βότανο της ατιμωρησίας…

(…) Τώρα πρέπει να πάρουν σειρά (σ.σ: στην κάθαρση του ποδοσφαίρου) οι βαρόνοι της βίας στις εξέδρες, αλλά και οι συνένοχες ΠΑΕ που, για λόγους ιδιοτελείς, δεν προχωρούν στην αναγκαία εκκαθάριση των οπαδικών χώρων (αυτών, τουλάχιστον, στους οποίους έχουν εκχωρήσει άδεια εισόδου στα γήπεδα). Για να φύγει, επιτέλους, από τα γήπεδα του ποδοσφαίρου – και όχι μόνο – η οργανωμένη αλητεία των περιθωριακών, τους οποίους κάποιοι ‘καθοδηγητές’ μεθοδικά στρατολογούν και χρησιμοποιούν ως δυνάμεις κατοχής των ομάδων που υποτίθεται πως ‘αγαπούν’…»

Ελπίζουμε πως η νέα, στιβαρή διοίκηση της ΑΕΚ έχει και τη θέληση και τη δύναμη να ξεριζώσει τα παράσιτα από τον οπαδικό χώρο του συλλόγου. Σε αντίθετη περίπτωση, πολλά θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος κακόπιστος για τη «χρησιμότητα», εν τέλει, αυτών των αλητών στο ανεβοκατέβασμα ιδιοκτητών και διοικήσεων…

Όμως, ως υστερόγραφο στο παρόν σημείωμα, ας αλλάξουμε εντελώς το κλίμα και ας κλείσουμε με μια αισιόδοξη νότα. Ή μάλλον, νότες. Όπως οι εξαίσιες εκείνες του Δημήτρη Παπαδημητρίου, με τις οποίες «έντυσε» μουσικά την υπέροχη ποίηση του Χρήστου Παναγιωτόπουλου!

Βρεθήκαμε στην εντυπωσιακά ζεστή ατμόσφαιρα της πρόσφατης παρουσίασης του νέου CD «Λωτοφάγοι», και αληθινά γοητευθήκαμε από την ωραιότητα των λέξεων και των ήχων. Ευχόμαστε ολόψυχα καλή επιτυχία σε ένα αληθινό έργο τέχνης! Και, ως γνωστόν, «η τέχνη εισερχομένη από την πόρτα, η (κάθε μορφής) βία εξέρχεται απ’ το παράθυρο», όπως θα ‘λεγε και ο Θρασύβουλας ο φιλόσοφος στον «Ατσίδα»…

Aixmi.gr

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

Πολυπολιτισμικότητα και δημοκρατία: Έννοιες συνώνυμες;

Διάβασα πρόσφατα το εξαιρετικό άρθρο της Στέλλας Πριόβολου«Εθνική επέτειος και υπέρβαση στη σύγχρονη πολυπολιτισμική κοινωνία». Το κείμενο αναφέρεται στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, όχι με τους συνήθεις διθυραμβικούς τόνους των ημερών, αλλά ως ανάμνηση μιας ιστορικής δοκιμασίας που δεν στάθηκε ικανή να καταλύσει τη μακρόχρονη φιλία δύο λαών, και ως εγκώμιο υπέρβασης «πικρών κοινών σελίδων ιστορίας» προς χάριν της ειρήνης και της δημοκρατίας.

Ομολογώ ότι λίγο έλειψε να προσπεράσω το άρθρο εξαιτίας του μάλλον αταίριαστου και, θα έλεγα, αποπροσανατολιστικού τίτλου του! Δεν ανήκω σ’ εκείνους που τους διαπερνούν ρίγη συγκίνησης όταν ακούν τη λέξη «πολυπολιτισμικότητα», και υπέθεσα αρχικά ότι ο όρος αυτός θα έδινε το στίγμα των ιδεών στο κείμενο. Έκανα λάθος: Ο όρος (ακόμα κι αν σε κάποια σημεία πιθανόν υπονοείται) δεν νοθεύει με την άμεση παρουσία του την ομορφιά ενός κειμένου στο οποίο, κατά την άποψή μου, θα ήταν περιττός!

Εν τούτοις, σε απαντητικό σχόλιό της, η ίδια η αρθρογράφος επιβεβαίωσε ότι η αναφορά του τίτλου του άρθρου της σε μια «πολυπολιτισμική κοινωνία» ήταν συνειδητή επιλογή. Γράφει:

«Σχετικά με την ‘πολυπολιτισμικότητα’, θα μου επιτρέψετε να παρατηρήσω ότι μπορεί να… εκνευρίζει, οπωσδήποτε όμως δεν αποπροσανατολίζει, γιατί είναι μια πραγματικότητα. Θα πρέπει να την κατανοήσουμε, να την δεχθούμε και να προσπαθήσουμε να την εντάξουμε με τη σωστή της έννοια στους σχεδιασμούς μας. Εξάλλου, η πολυπολιτισμικότητα προϋποθέτει δημοκρατική σκέψη, συναίνεση, συνύπαρξη πολιτισμών, που ανάμεσά τους η πατρίδα μας έχει πρωτεύουσα θέση, τόσο παραγνωρισμένη από τους εταίρους μας…»

Η απάντηση αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί εμπεριέχει θέσεις που μπορούν να γίνουν αφετηρία συζητήσεων πάνω στο ζήτημα της πολυπολιτισμικότητας, γενικά. Ας δούμε μερικά σημεία:

1. Είναι αλήθεια ότι το εν λόγω φαινόμενο αποτελεί μια πραγματικότητα. Το έζησα στην Αμερική πριν χρόνια, το ζω τώρα και στην Ελλάδα. Με μία πολύ σημαντική διαφορά: Η ένταξη ενός νέου μέλους στην αμερικανική κοινωνία δεν γίνεται άναρχα και (σχεδόν) εκβιαστικά, υπό μορφή τετελεσμένου! Η αμερικανική πολυπολιτισμικότητα δεν είναι μια de facto πολυπολιτισμικότητα, μία συνθήκη, δηλαδή, που επιβάλλεται στην κοινωνία εκ των πραγμάτων λόγω της αδυναμίας του κράτους να ελέγξει τη λαθρομετανάστευση. Υπόκειται σε κανόνες και θέτει προϋποθέσεις, προεξάρχουσα θέση στις οποίες κατέχει η εθνική αυτοσυντήρηση. Όσο κι αν ενοχλεί κάποιους η χρήση του όρου «εθνική»…

2. Θα πρέπει να κατανοήσουμε και να δεχθούμε την πολυπολιτισμικότητα, όπως μας προτρέπει η αρθρογράφος; Εξαρτάται! Δεν θα «κατανοήσω», ούτε θα «δεχθώ», μια πραγματικότητα που μου επιβάλλεται. Πόσο μάλλον όταν αυτή έχει ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής στη χώρα μου, με κύριο χαρακτηριστικό την κατακόρυφη αύξηση της εγκληματικότητας (συχνά, μάλιστα, στις πιο απάνθρωπες εκδοχές της)!

3. «Να προσπαθήσουμε να την εντάξουμε στους σχεδιασμούς μας.» Εδώ θα συμφωνήσω απόλυτα! Κατά πρώτον, θα πρέπει να καθορίσουμε, με κάποιο βαθμό ακρίβειας, τα όρια αυτής της πολυπολιτισμικότητας στην οποία πλέον, εκόντες-άκοντες, συμμετέχουμε. Πόση «πολυπολιτισμικότητα» αντέχει αυτή η μικρή και κατ’ ουσίαν κατεστραμμένη χώρα; Κατά δεύτερον, θα πρέπει, επιτέλους, να υπάρξει κάποιος σοβαρός σχεδιασμός εκ μέρους της πολιτείας για το εν λόγω θέμα. Η αθρόα και ανεξέλεγκτη «μετανάστευση» δεν αντιμετωπίζεται με φράχτες, στρατόπεδα ή άλλα αναποτελεσματικά ημίμετρα. Το πώς ακριβώς αντιμετωπίζεται δεν είναι, ασφαλώς, δική μας ευθύνη να το υποδείξουμε, αλλά ευθύνη αυτών που εκλέγουμε για να μας κυβερνούν. Αν υποθέσουμε, βέβαια, ότι έχουν επίγνωση της σοβαρότητας της κατάστασης, κι αν δεν έχουν συντελέσει και οι ίδιοι – τωρινοί ή μελλούμενοι – στη δημιουργία και τη γιγάντωση του προβλήματος…

4. Προϋποθέτει η πολυπολιτισμικότητα δημοκρατική σκέψη; Δεν είμαι βέβαιος! Κατά μία έννοια, πολυπολιτισμική ήταν και η Σοβιετική Ένωση… Μήπως, όμως, ισχύει το αντίστροφο; Δηλαδή, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι κάθε αληθινά δημοκρατική κοινωνία αποδέχεται (αν όχι και επιδιώκει) την πολυπολιτισμικότητα; Ούτε και αυτό ακούγεται λογικό! Το δημοκρατικό πολίτευμα είναι εσωτερικό θεσμικό ζήτημα που αφορά τους πολίτες μιας χώρας, και σε καμία περίπτωση δεν επιβάλλει a priori τη διεύρυνση μιας κοινωνίας με εισαγόμενους φορείς διαφορετικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών. Τώρα, το ότι την ιδέα της πολυπολιτισμικότητας αντιμάχονται οι εκπρόσωποι κάποιων ακραία αντιδημοκρατικών χώρων, δεν καθιστά, εξ ορισμού, την αποδοχή της ιδέας αυτής αδιαμφισβήτητο πιστοποιητικό δημοκρατικότητας!

Πέρα απ’ όλα αυτά, κλείνοντας το σύντομο αυτό σημείωμα, προτείνω στον αναγνώστη να διαβάσει και να απολαύσει το έξοχο, πράγματι, κείμενο της Στέλλας Πριόβολου, το οποίο υμνεί υψηλές ανθρώπινες αξίες που ξεπερνούν (αν όχι καταργούν) εθνικά σύνορα. Όσο για τον τίτλο – τη μόνη μου ένσταση στο άρθρο – ας βάλει, τελικά, ο καθένας εκείνον που του ταιριάζει περισσότερο!

Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2014

Μουσικο-φιλοσοφώντας στη συνοικιακή ταβέρνα

Στο «Δυο δεκάρες η οκά»στου Κουκάκη, δεν υπήρχαν άλλοι πελάτες εκείνη την ώρα. Έτσι, η μουσική του χώρου ήταν προσαρμοσμένη στα ιδιότροπα γούστα του μοναδικού θαμώνα της ταβέρνας, ενός ξενέρωτου τύπου που καθόταν στο τελευταίο μονό τραπέζι, στο βάθος της αίθουσας. Από τα μεγάφωνα ακούγονταν οι υπέροχοι ήχοι μιας πολύ γνωστής συμφωνίας ενός μεγάλου «κουφού»…

Ο Τιτάνας έγραψε εννέα συμφωνίες. Πολλοί θεωρούν (ίσως όχι άδικα) ως κορυφαία την τελευταία του, την Ένατη. Ήταν αυτή, άλλωστε, που άνοιξε το δρόμο στον Μπρούκνερ, τον Βάγκνερ, τον Μάλερ, ακόμα και τον Σοστακόβιτς!

Κάποια άλλη συμφωνία του, η Πέμπτη, είναι ιδιαίτερα δημοφιλής εξαιτίας του χαρακτηριστικού εναρκτήριου θέματός της. Ένα θέμα κατά βάση ρυθμικό (όχι μελωδικό), που θα το κωδικοποιούσαμε με την έκφραση «3+1». Δηλαδή, ένα γκρουπ από τρεις νότες (ή, αν προτιμάτε, τρία χτυπήματα), ακολουθούμενο από μια τέταρτη (ίδιας ή μεγαλύτερης διάρκειας) η οποία τονίζεται κάπως, έτσι ώστε να ξεχωρίζει από τις άλλες τρεις:

«παμ-παμ-παμ-ΠΟΜ»  ή  «παμ-παμ-παμ-ΠΟΟΟΜ»!

Αυτό που λίγοι συνειδητοποιούν είναι ότι η Πέμπτη Συμφωνία του Μπετόβεν είναι ένα αριστούργημα μινιμαλιστικής κυκλικής γραφής! Θα τολμούσα να πω, μια σχεδόν μονοθεματική συμφωνία όπου το θέμα, δίκην έμμονης ιδέας (για να θυμηθούμε τον Μπερλιόζ) επαναλαμβάνεται σε όλη την έκταση του έργου. «Μα, όχι», θα πει ο αναγνώστης, «το θέμα ακούγεται μόνο στο πρώτο μέρος και – κάπως παραλλαγμένο – στο σκέρτσο, πριν το φινάλε!»

Απαιτούνται πολλές, πάρα πολλές ακροάσεις της «Πέμπτης» για να εντοπίσει κανείς όλες τις παρουσίες αυτού του δαιμονικού «3+1» θέματος, που εμφανίζεται με όλες τις δυνατές του μεταμφιέσεις σε κάθε μέρος, σε κάθε απόσπασμα – οσοδήποτε μικρό – της φοβερής συμφωνίας. Ακόμα κι εκεί, όμως, που δεν ακούγεται στην κυριολεξία, ο ακροατής το «ακούει» ως αφαίρεση, προβάλλοντάς το ο ίδιος, σχεδόν ασυνείδητα, μέσα από το περιρρέον ορχηστρικό περιβάλλον!

Καθώς απολαμβάνει, υπό τους ήχους του Τιτάνα, τις σπεσιαλιτέ του μάγου σεφ Κώστα, ο πελάτης της ταβέρνας αναρωτιέται αν θα μπορούσε ένας κοινός θνητός, ακόμα και κάποιος κορυφαίος μουσικοσυνθέτης, να κατασκευάσει μια ολόκληρη συμφωνία δομημένη πάνω σε ένα θέμα με «3+1» νότες! Μα η σκέψη του ξεγλιστρά κάποια στιγμή από τη μουσική και ξαναγυρίζει στη ζοφερή πραγματικότητα μιας κατεστραμμένης χώρας. Και τότε, βασανιστικά μεταφυσικά ερωτήματα αρχίζουν να γεννιούνται στο νου:

Αν ο Μπετόβεν έχτισε μια ολόκληρη συμφωνία έχοντας στη διάθεσή του μονάχα ένα θέμα, θα μπορούσε άραγε να βρεθεί ένας χαρισματικός οραματιστής, να δείξει το δρόμο για την ανόρθωση αυτής της χώρας με τα πενιχρά μέσα και μόνο που της έχουν απομείνει; Και, εν τέλει, είναι που μας λείπουν τα μέσα, ή μήπως μας στέρεψε η διάθεση να τα ανακαλύψουμε και η ευρηματικότητα να τα αξιοποιήσουμε;

Τα ερωτήματα μένουν αναπάντητα, ενώ στα μεγάφωνα της συνοικιακής ταβέρνας το επικυρίαρχο μουσικό θέμα αποσυντίθεται θριαμβευτικά στην coda του φινάλε της συμφωνίας. Χωρίς ανάπαυλα, την ηχητική σκυτάλη παίρνουν τώρα οι νότες μιας Impromptu του Σούμπερτ, του μεγάλου αυτού παραγνωρισμένου της εποχής του, που έζησε ευτυχισμένος με την αγάπη των φίλων του και μόνο, για να λατρευτεί μετά θάνατον όσο περίπου κι ο Μπετόβεν!

«Εμάς, άραγε, μας έχουν απομείνει φίλοι;» αναρωτιέται ο ξενέρωτος από το βάθος της αίθουσας, καθώς περιμένει το λογαριασμό. Έξω μόλις άρχισε να ψιλοβρέχει. «Θα ‘ταν ωραία, τώρα, αν ζητούσα να βάλουν το 15ο πρελούδιο του Σοπέν!», σκέφτεται για μια στιγμή.

Όμως φεύγει βιαστικά, να προλάβει τη μπόρα. Τούτη τη φορά δεν θα ‘χε καν την πολυτέλεια να ξεχάσει την ομπρέλα του στο κάθισμα της πλαϊνής καρέκλας…

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

«Εγκλήματα» γνώμης και θυμωμένοι «δικαστές» στα χρόνια της κρίσης


Ο ξάδερφός μου ο Μπάμπης – τακτικός αναγνώστης του Aixmi.gr – μου είπε κάποτε, κατά τη διάρκεια ενός γεύματος: «Ξέρεις τι βρίσκω περισσότερο ενδιαφέρον στα άρθρα σου που διαβάζω; Τα σχόλια που σου γράφουν!» (Σε ελεύθερη μετάφραση: «αυτά που σου σέρνουν οι αναγνώστες».) Ναι, η κατάρριψη μιας θέσης συχνά φαντάζει ελκυστικότερη και τραβά την προσοχή περισσότερο απ’ ό,τι η ίδια η θέση!

(Παρεμπιπτόντως, στο ίδιο γεύμα, ο ξάδερφος δήλωσε με αυστηρό ύφος πως το θεωρεί τουλάχιστον «ιερόσυλο» να εκφράζω απόψεις που δεν βρίσκονται σε απόλυτη συμφωνία με αυτές του Θανάση Γκότοβου! Αυτό, όμως, είναι ένα άλλο ζήτημα…)

Ο Μπάμπης δεν αποτελεί εξαίρεση, εκπροσωπεί μάλλον τον κανόνα. Υπάρχει πράγματι μια κρυμμένη ηδονική διάσταση στον δημόσιο λιθοβολισμό. Απ’ όποια θέση κι αν τον βιώνεις, ως φυσικός αυτουργός ή κι ως απλός θεατής. Όμως, επειδή καμία απόλαυση σ’ αυτό τον κόσμο δεν προσφέρεται δωρεάν, θα πρέπει και αυτή να έχει το τίμημά της. Με άλλα λόγια, είναι λογικό – και δίκαιο επίσης – και οι κρίνοντες να κρίνονται. Και αναφέρομαι, εδώ, στους σχολιαστές των άρθρων γνώμης στο Διαδίκτυο. Που, ιδιαίτερα στα χρόνια της λεγόμενης «κρίσης», έχουν καταστεί αυτόκλητοι εισαγγελείς…

Διάβασα πρόσφατα το ιδιαίτερα ενδιαφέρον άρθρο του Αργύρη Κωστάκη«Τι στο διάολο σημαίνει ξεσηκώνομαι;». Ένας (όχι απαραίτητα καλοπροαίρετος) αναγνώστης θα μπορούσε να εκλάβει το ερώτημα του τίτλου ως ρητορικό, ως υποκρύπτον μια παρεμφατική προτροπή: «Τι θέλετε, τώρα, και ξεσηκώνεστε; Καλά δεν είμαστε όπως είμαστε;» Προσωπικά, θεωρώ το ερώτημα απολύτως ευθύ: «Μιλούν κάποιοι για γενικό ξεσηκωμό του λαού. Πώς ακριβώς τον οραματίζονται αυτόν, στο πλαίσιο της σύγχρονης πραγματικότητας;» Και, είναι αλήθεια ότι καμία από τις «επαναστατημένες» συνειδήσεις δεν μπήκε, μέχρι στιγμής, στον κόπο να εξηγήσει τους όρους και τους μηχανισμούς αυτής της εξέγερσης!

Αυτονόητα, ένας καλοπροαίρετα ενιστάμενος αναγνώστης που θα ερμηνεύσει το ερώτημα του τίτλου ως ρητορικό (ως εκφράζον, δηλαδή, προτροπή – ή μάλλον αποτροπή), οφείλει να κάνει δύο πράγματα: να παραθέσει τη δική του εκδοχή ως προς τη μορφή που θα πρέπει να έχει ο, κατ’ αυτόν αναγκαίος, παλλαϊκός ξεσηκωμός, και να καταρρίψει, με επιχειρήματα και όχι προσωπικές βολές, το ιδεολογικό πλαίσιο του αρθρογράφου, μέσα από το οποίο ο τελευταίος οδηγείται – υποτίθεται – στο συμπέρασμα ότι μια λαϊκή εξέγερση θα ήταν άτοπη, άκαιρη ή περιττή.

Μεταφέρω, τώρα, σχόλιο ανώνυμου (κατά τα ειωθότα!) αναγνώστη, για το υπό συζήτηση άρθρο. Όχι γιατί θεωρώ το σχόλιο ιδιαίτερα αξιόλογο, αλλά διότι είναι αντιπροσωπευτικό της νοοτροπίας μερικών αναγνωστών να βάλλουν κατά του ίδιου του αρθρογράφου, ελλείψει άλλων επιχειρημάτων απέναντι στις απόψεις του:

«Αλήθεια δεν με ξενίζει ο μικροαστισμός σου, ούτε η δικαιολόγηση της άποψής σου με τη διάχυτη αυτοαναφορικότητά σου. Με ξενίζει που ενώ είσαι νέος απ’ ότι φαίνεται, δεν αντιλαμβάνεσαι ότι τα μεγαλύτερα επιτεύγματα του ανθρώπου σε ηθικό, υλικό, πνευματικό επίπεδο έγιναν επειδή άνθρωποι ξεσηκώθηκαν! Κανείς δεν σε αναγκάζει να ξεσηκωθείς, ούτως η άλλως ο πνευματικός θάνατος έρχεται πρώτος…»

Αν και ο πειρασμός είναι μεγάλος, δεν θα μπω στη διαδικασία της ανίχνευσης πολιτικής σκοπιμότητας πίσω απ’ αυτό το σχόλιο. Θα περιοριστώ στα αυταπόδεικτα: Ο αρθρογράφος γίνεται αποδέκτης μειωτικών χαρακτηρισμών (μικροαστισμός, αυτοπροβολή, αδυναμία αντίληψης της Ιστορίας, πνευματική νεκροφάνεια) επειδή, πολύ απλά, έθεσε ένα λογικό ερώτημα, αναλύοντας απόλυτα τους λόγους του προβληματισμού του. Και κάποιος (θαρρείς θιγόμενος προσωπικά) επιλέγει να εκφράσει τις ενστάσεις του, όχι καταδεικνύοντας το άτοπο (υποτίθεται) της επιχειρηματολογίας του γράφοντος, ούτε καν – το σπουδαιότερο – προσδιορίζοντας το ακριβές εννοιολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο «τεκμηριώνεται» η ένστασή του (δεν μας λέει πώς ακριβώς, εν τέλει, αντιλαμβάνεται εκείνος την έννοια της κοινωνικής εξέγερσης), αλλά μέσω μιας γενικόλογης, απαξιωτικής ρητορείας που στοχεύει σε πρόσωπα αντί σε ιδέες!

Αναφέρθηκα στο συγκεκριμένο σχόλιο όχι γιατί είναι το χειρότερο του είδους (δεν είναι!) αλλά γιατί, πέραν του ότι είναι πρόσφατο, είναι αντιπροσωπευτικό μιας νοοτροπίας που άκμασε ιδιαίτερα μετά την κρίση. Η οποία κρίση παρήγαγε ανθρώπους θυμωμένους, όχι μόνο με τις ίδιες τις περιστάσεις, αλλά – ίσως ακόμα περισσότερο – και με εκείνους που τυχόν αρνούνται να συν-θυμώσουν, επιλέγοντας μια πιο πραγματιστική (και, εν τέλει, πιο αισιόδοξη) στάση ζωής.

Αυτό που αδυνατεί, όμως, η κοντόφθαλμη λογική μας να αντιληφθεί είναι ότι ο θυμός είναι ο αποτελεσματικότερος χειριστικός μηχανισμός του συστήματος που ευθύνεται για – ή επωφελείται από – την κρίση! Ο θυμωμένος άνθρωπος αναλώνει τις δημιουργικές δυνάμεις του είτε σε εσωτερική φθορά (στην παθητική εκδοχή του θυμού), είτε σε εκρηκτικές συμπεριφορές που στερούνται νηφαλιότητας και ορθολογισμού. Και, αυτά τα τελευταία χαρακτηριστικά είναι προϋποθέσεις, εκ των ων ουκ άνευ, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση εκείνων ακριβώς που αντιπροσωπεύουν την αιτία του θυμού μας. Εκείνων, δηλαδή, που, με τρόπο αριστοτεχνικό, μετατρέπουν μια φοβερή οικονομική κρίση σε ατομική κρίση του ψυχισμού και του νευρικού συστήματός μας, καθιστώντας μας έτσι ψυχικά ακινητοποιημένους, ηθικά αποδυναμωμένους και, τελικά, ακίνδυνους!

Ενδίδοντας κι εγώ στη λαγνεία της «αυτοαναφορικότητας», πηγαίνω μερικά χρόνια πίσω. Τότε που ένα πολύ κοντινό μου πρόσωπο ακόμα εξοργιζόταν μαζί μου όταν αρνιόμουν πεισματικά να θυμώσω μετά από κάθε δελτίο ειδήσεων στην τηλεόραση. Λέγοντάς μου, μάλιστα, πως «όποιος δεν θυμώνει είναι ήδη νεκρός και δεν το γνωρίζει»!

Φυσικά, ο θυμός σε τίποτα δεν τη βοήθησε, τελικά, να αποφύγει τις συνέπειες της κρίσης (είναι από τα πλέον αδικημένα θύματα της τρέχουσας οικονομικής πολιτικής). Μα, το χειρότερο, ο ίδιος αυτός θυμός τής κληροδότησε προβλήματα υγείας που ακόμα και σήμερα την ταλαιπωρούν (αυτό δεν είναι δική μου εκτίμηση, είναι διάγνωση των γιατρών!).

Τώρα, έχοντας φιλοσοφήσει διαφορετικά τη ζωή, προσπαθεί να εφαρμόζει καθημερινά το σύνθημα στο οποίο η ίδια είχε σταθεί κάποτε, γραμμένο πάνω σε έναν τοίχο στο Θησείο: «Για να αλλάξεις τον κόσμο, πρέπει πρώτα να αλλάξεις τον εαυτό σου!» Και μετά (προσθέτω εγώ) έχεις όλη τη δυνατότητα, μα πρωτίστως το δημοκρατικό δικαίωμα, να αλλάξεις κι εκείνους που σήμερα σε θυμώνουν, με κάποιους άλλους που (ελπίζεις ότι) θα σε θυμώσουν λιγότερο. Τόσο απλά!

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Ο πορσελάνινος κουμπαράς (η ιστορία ενός «ηλίθιου» της εποχής)


Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

Τον είδε στη βιτρίνα καθώς περνούσε έξω από το καινούργιο μαγαζί με είδη δώρων. Ναι, ήταν σίγουρα ολόιδιος με εκείνον που έψαχνε για χρόνια! Ώσπου κουράστηκε πια να τον αναζητά, και το πήρε απόφαση πως άλλος σαν αυτόν δεν υπήρχε…

Δεν είχε βγει ποτέ απ’ το μυαλό του εκείνος ο παράξενα όμορφος κουμπαράς από πορσελάνη, που του ‘χε κάνει δώρο ο παππούς. «Δια να μάθεις και να εκτιμήσεις την σημασίαν της αποταμιεύσεως», του είχε πει. Κι εκείνος, υπακούοντας στα κελεύσματα της σοφίας, έσωζε πάντα ένα μέρος από το καθημερινό του χαρτζιλίκι για να «ταΐσει» το πάντα αχόρταγο γουρουνάκι!

Μα, κάποια στιγμή αναγκάστηκε να τον σπάσει πριν της ώρας του. Ένας συμμαθητής στο σχολείο πέταξε άτσαλα τη μπάλα πάνω στο τζάμι του γραφείου του διευθυντή, και τώρα του ζητούσαν να πληρώσει για την αποκατάσταση της ζημιάς. Οι γονείς ήταν φτωχοί, και σίγουρα θα τον μάλωναν αν το μάθαιναν… Έπεσε στα πόδια του φίλου του για βοήθεια. Κι εκείνος – με βαριά καρδιά, είν’ αλήθεια – δεν αρνήθηκε να την προσφέρει, θυσιάζοντας το πιο χρήσιμο δώρο που του’ χαν κάνει ποτέ…

Και να που τώρα η μνήμη των παιδικών χρόνων ξαναζωντάνευε στη βιτρίνα ενός συνοικιακού καταστήματος! Όχι που θα ‘χε πια κάποια χρηστική αξία, βέβαια. Τα χρήματα ήταν τώρα λίγα, πολύ λίγα. Πού περιθώριο γι’ αποταμίευση; Από τότε που τον απόλυσαν απ’ το νοσοκομείο, ζούσε κάνοντας μικροδουλειές, ίσα να βγάζει τα απολύτως απαραίτητα. Όμως, δεν γκρίνιαζε: το χρήμα ποτέ δεν το αγάπησε, κι είναι αμφίβολο, τελικά, αν κάποτε θα ‘σπαζε κι εκείνο τον παλιό κουμπαρά!

Του αρκούσε που έβλεπε γύρω του ανθρώπους ζωντανούς και υγιείς. Κι αυτό, σε μεγάλο βαθμό, χάρη στο φάρμακο της φοβερής αρρώστιας, που εκείνος είχε κατορθώσει ν’ ανακαλύψει όταν ακόμα δούλευε σαν γιατρός. Όμως, έκανε το λάθος να μην κατοχυρώσει την ανακάλυψή του. Βλέπετε, η διασημότητα ποτέ δεν τον ενδιέφερε. Ήθελε να ‘ναι ένας αφανής εργάτης της επιστήμης που θα αφιέρωνε τον εαυτό του στο καλό της ανθρωπότητας και μόνο. Κι ας έμενε, στο τέλος, άσημος και παραγνωρισμένος…

Σαν κινηματογραφική ταινία περνά η ζωή του απ’ τα μάτια του, καθώς στέκει σαστισμένος κι αναποφάσιστος μπρος στη βιτρίνα… Είχε δείξει, τότε, τη χημική φόρμουλα στον καλύτερο φίλο του στο νοσοκομείο, τον μοναδικό άνθρωπο που εμπιστευόταν. Κι εκείνος υποσχέθηκε πως θα τη μελετήσει προσεκτικά με τη βοήθεια ειδικών, που ήταν όλοι τους άνθρωποι εμπιστοσύνης. Και, πράγματι, σε λίγες βδομάδες του ’φερε τα κακά μαντάτα: Η φόρμουλα ήταν λάθος! Κάποια απροσεξία στους ενδιάμεσους υπολογισμούς, και το αποτέλεσμα δεν θα οδηγούσε, τελικά, σε τίποτα καλύτερο από μια απλή ασπιρίνη!

Μαζί με την απογοήτευση, ένιωσε τότε κι απέραντη ευγνωμοσύνη για τον καλό του φίλο, που τον είχε γλιτώσει από ένα φοβερό επιστημονικό ατόπημα. Ώσπου μια μέρα, ξεφυλλίζοντας ένα ιατρικό περιοδικό, διάβασε την είδηση: «Ομάδα Ελλήνων ερευνητών γιατρών ανακοινώνει σε διεθνές ιατρικό συνέδριο την ανακάλυψη του φαρμάκου για τη φοβερή αρρώστια. Υποψήφιοι για το επόμενο βραβείο Νόμπελ!»

Και, σαν να μην έφτανε αυτό, η «ομάδα» – μέλη, όλοι, του επιστημονικού προσωπικού του νοσοκομείου, με επικεφαλής τον «φίλο» του – έστησε σε βάρος του μια πλεκτάνη που οδήγησε στην απόλυσή του και την αφαίρεση της άδειάς του να εργάζεται ως γιατρός. Τώρα, έτσι «ξεδοντιασμένος» ηθικά και επαγγελματικά, ποιος θα του ‘δινε σημασία αν έβγαινε και αποκάλυπτε την αλήθεια;

Το τελευταίο χτύπημα δεν του το ‘δωσε η μοίρα, μα η επί γης εκπρόσωπός της: η γυναίκα. Και, συγκεκριμένα, η δική του γυναίκα, που τον εγκατέλειψε λέγοντάς του πως δεν ήθελε να ζει με έναν «αποτυχημένο», έναν «ηλίθιο ρομαντικό» που «αρνείται να μεγαλώσει» και να αναμετρηθεί με τις σκληρές πραγματικότητες της ζωής!

…Έψαξε ξανά την τσέπη του. Τα χρήματα μόλις που ξεπερνούσαν όσα χρειάζονταν για ένα πιάτο φαΐ, έναν καφέ και την εφημερίδα του. Μα, να, ίσα που έφταναν για τον κουμπαρά! Περίπου, δηλαδή, αν το κατάστημα έκανε και μια μικρή έκπτωση…

Ο καταστηματάρχης φάνηκε κατανοητικός και δέχτηκε να κάνει σκόντο. Εξάλλου, ποιος θα αγόραζε, στην εποχή μας, έναν πορσελάνινο κουμπαρά με γουρουνίσια όψη; Κρατώντας ευλαβικά το πολύτιμο απόκτημα στα χέρια του, ο ήρωάς μας κατευθύνθηκε προς το ταμείο…

Εκείνη τη στιγμή, ένα πολυτελές μαύρο αμάξι πάρκαρε άτσαλα έξω στο πεζοδρόμιο. Ο οδηγός μπήκε φουριόζος στο κατάστημα. Ρωτούσε για κάτι γυαλικά… Όταν του έδειξαν, κίνησε βιαστικά προς τα κει, κόβοντας δρόμο από το διάδρομο του ταμείου. Με την ορμή του υπερτραφούς σωματότυπού του, παρέσυρε το άτυχο γουρουνάκι που ξέφυγε από τα χέρια που το κρατούσαν και έγινε θρύψαλα στο πάτωμα του μαγαζιού! Δεν γύρισε καν πίσω να κοιτάξει, ούτε να ζητήσει συγνώμη. Στις φωνές του καταστηματάρχη, το μόνο που βρήκε να πει, ήταν: «Καλά, μη φωνάζεις, θα σου το πληρώσω! Σιγά το κρύσταλλο Βοημίας!»

…Έμεινε ασάλευτος ώρα πολλή, κοιτάζοντας τα απομεινάρια ενός παιδικού ονείρου που έμελλε να μείνει ανεκπλήρωτο. Τέλος, βρήκε τη δύναμη και κίνησε προς την έξοδο. Σαν βγήκε, κάθισε για λίγο στα σκαλοπάτια του διπλανού σπιτιού. Κι εκεί, ξέσπασε σε αναφιλητά καθώς ήρθε για πρώτη του φορά αντιμέτωπος με την αμφιβολία: «Γι’ αυτούς τους ανθρώπους, λοιπόν, θυσίασα τη ζωή μου;»

Απάντηση στο ρητορικό ερώτημά του δε βρήκε, κι έτσι, με το κεφάλι σκυφτό, πήρε το δρόμο για τη στάση του λεωφορείου. Περνώντας έξω από το τοπικό σούπερ-μάρκετ, είδε τη γριούλα που, όπως κάθε μέρα, ζητιάνευε εκεί. Στο πλάι της, ένα πλαστικό τασάκι με λίγα ψιλά…

Δεν ένιωθε πια να πεινά, κι οι τίτλοι των εφημερίδων στο περίπτερο του φαίνονταν σήμερα αδιάφοροι. Έτσι, οι πολύτιμες οικονομίες της μέρας – αυτές που, λίγο ακόμα και θα του ‘χαν χαρίσει μια ανέλπιστη ευτυχία – του ήταν πια άχρηστες, έμοιαζαν με περιττό βάρος στην τσέπη του.

Δίχως την αίσθηση πως έκανε κάποια σπουδαία πράξη, άδειασε ολόκληρο το περιεχόμενο του φθαρμένου πορτοφολιού στο πλαστικό τασάκι…

(Αφιερωμένο σε όλους τους «ηλίθιους» αυτού του κόσμου, που δεν βρήκαν – μα κι ούτε ζήτησαν να βρουν – δικαίωση…)

Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

Αναζητώντας το πρόσωπο πίσω από την ετικέτα…

Η μητέρα μου συνήθιζε να κάνει την κλασική ερώτηση σαν άκουγε πως η κόρη κάποιας γνωστής επρόκειτο να παντρευτεί:

– Τι παίρνει;

– Μηχανικό. Είναι του Πολυτεχνείου. Τον έχουν διορίσει στο υπουργείο τάδε!

– Α, μπράβο Μαρία μου, δεν ξέρεις πόσο χαίρομαι! Η ώρα η καλή!

Κάποτε δεν κρατήθηκα και τη ρώτησα:

– Μα, καλά, τι παντρεύεται μια γυναίκα, άνθρωπο ή επάγγελμα;

– Δε λέω, καλός πρέπει να είναι κι ο άνθρωπος… Αλλά, το πρώτο πράγμα που έχει σημασία είναι τι δουλειά κάνει!

Το παράδειγμα, ένα από τα αμέτρητα του είδους, καταδεικνύει τη δύναμη της ετικέτας σε μια κοινωνία όπου η αυτοσυντήρηση, σε συνδυασμό με την κοινωνική ματαιοδοξία, λειτουργούν ως υποκατάστατα βαθύτερων ανθρώπινων αξιών κι ενός φιλοσοφημένου τρόπου ζωής…

Ο άνθρωπος, κυριολεκτικά, περνά τη ζωή του συλλέγοντας ετικέτες! Κάποιες τις κληρονομεί ήδη από τη μέρα της γέννησής του: «Ο γιος του φαρμακοποιού»«η κόρη της καθηγήτριας»«ο ανιψιός του υπουργού», κλπ. Στο σχολείο αρχίζει να μαζεύει δικές του: «Ο ψηλός»«η χοντρή»«ο σπασίκλας»«το φυτό»«η ανέραστη» (ή κάπως αλλιώς), «ο ξένος»«ο βάζελος»«ο γαύρος»… Στο πανεπιστήμιο, η ετικετοποίηση αποκτά κοινωνικοπολιτική χροιά: «Ο φασίστας»«ο ρατσιστής»«το κομμούνι»«ο ανάρχας»«ο θολοκουλτουριάρης»

Αργότερα, κάποιοι «πετυχαίνουν στη ζωή τους» και αποκτούν αξιώματα και τίτλους. Έτσι, διαβάζουμε στα βιογραφικά και στις επαγγελματικές κάρτες τους: «Διευθυντής πωλήσεων της τάδε εταιρείας»«δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω»«αριστοβάθμιος μαθηματικός»«πολυνίκης προπονητής»«διακεκριμένος χειρουργός»«επιτυχημένος αρχιτέκτων»«πολυδιαβασμένος συγγραφέας»«φημισμένος στρατηγός»… Και, η απεχθέστερη πασών των ετικετών: «Προφέσορ-Δόκτωρ Τάδε, Διευθυντής του δείνα Τομέα – ή Εργαστηρίου – του Πανεπιστημίου Τάδε»!

Ναι, είναι αλήθεια: Εμείς οι (κατ’ ευφημισμόν) «δάσκαλοι» στα «ρετιρέ» της εκπαίδευσης, ανήκουμε στα λιγότερο αξιοσέβαστα όντα πάνω στον πλανήτη. Αλαζόνες και ματαιόδοξοι, μετράμε τη συμβολή μας στην ανθρώπινη γνώση με τη χρήση ψυχρών κι ανούσιων αριθμών (τόσα papersτόσα συνέδριατόσες αναφορές, τόσες αφ’ υψηλού κριτικές του μόχθου άλλων…). Από την άλλη, ελάχιστα νοιαζόμαστε για τη διαμόρφωση ψυχών και το χτίσιμο χαρακτήρων των μαθητών μας (των κατά παράδοση καλούμενων «φοιτητών», έτσι ώστε να ξεχωρίζουμε από άλλα, «κατώτερα» – υποτίθεται – είδη εκπαιδευτικών, που στ’ αλήθεια είναι πολύ ανώτερα, με βάση το τιτάνιο παιδαγωγικό έργο που επιτελούν!).

Διδάσκουμε τους μαθητές μας να εξωστρέφονται όπως κι εμείς, λησμονώντας ότι η υπέρτατη γνώση είναι το «γνώθι σαυτόν», εντολή αναζήτησης νοήματος ζωής που την παπαγαλίσαμε κάποτε σε μαθήματα Φιλοσοφίας, χωρίς ποτέ να νιώσουμε το βαθύτερο μήνυμά της. Τους μαθαίνουμε να επιδιώκουν – και να κρίνονται με βάση – την ποσότητα, θυσιάζοντας, αν είναι ανάγκη, την ποιότητα. Τους δείχνουμε, με το ίδιο μας το παράδειγμα, πώς να συλλέγουν ετικέτες, αντί να αναζητούν νοήματα

Τα τέρατα που πλάθουμε ως εκπαιδευτικοί, μα ακόμα κι ως απλοί γονείς (για να κατανείμουμε συμμετρικά και δίκαια τις ευθύνες) θα φτάσουν κάποια μέρα – όπως νωρίτερα θα έχουμε ήδη φτάσει εμείς – στο τέλος της διαδρομής. Και, ρίχνοντας μια τελευταία, σβησμένη ματιά στον καθρέφτη, θα αναρωτηθούν: «Ποιος είμαι, τελικά;» Μα, το είδωλο του προσώπου δεν θα φαίνεται πια. Θα το σκεπάζουν αναρίθμητα μικρά χαρτάκια κολλημένα πάνω του: οι ετικέτες μιας ζωής!

«Ποιος είμαι, λοιπόν;» Ο γόνος της κάποτε σπουδαίας οικογένειας; Ο δυνατός–σπασίκλας–μάγκας (κλπ.) του σχολείου; Ο ωραίος, πολιτικοποιημένος και δημοφιλής τύπος του πανεπιστημίου; Ο επιτυχημένος επαγγελματίας, που ξόδεψε μια ζωή κυνηγώντας, σαν τη σκιά του, το παραπανίσιο χρήμα; Ο σπουδαίος ρήτορας στη Βουλή, που έχασε, στο τέλος, τη φωνή του; Ο μεγάλος επιστήμων-ερευνητής, που συνέγραψε μερικές ντουζίνες επιστημονικών άρθρων που έχουν πια ξεπεραστεί και λησμονηθεί, και που κολλούσε στην πόρτα του γραφείου του – ως τρόπαιο, μα κι ως τεκμήριο ακαδημαϊκής ματαιοδοξίας – την παραμικρή αναφορά στο περίλαμπρο όνομά του;

«Ποιος είμαι;» Μια ερώτηση που, το πιθανότερο είναι πως δεν θα απαντηθεί ποτέ (αν μη τι άλλο, σ’ αυτήν εδώ τη διάσταση της ύπαρξης). Το μόνο ερώτημα που ενδέχεται να είναι εφικτό να απαντήσουμε (μερικώς, τουλάχιστον) είναι: «Ποιος δεν είμαι;»

Και, καθώς θα βρίσκουμε τις απαντήσεις, ίσως αρχίσουν τότε να ξεκολλούν μία-μία οι ετικέτες που μας έβαλαν, ή που μόνοι μας κολλήσαμε. Και ξεκινήσει έτσι να αχνοφαίνεται μια υποψία προσώπου στον καθρέφτη…

Έστω την τελευταία στιγμή, που μπορεί να ‘ναι κι η πρώτη…