Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

Jennifer Lawn: Παιδικά τραύματα στο όνομα της έβδομης τέχνης!

Κάποιοι αναγνώστες του Aixmi.gr ίσως θυμούνται ένα παλιότερο άρθρο, με τίτλο: «Η τρομερή αλήθεια πίσω από μια φημισμένη κινηματογραφική σκηνή!». Στο άρθρο αυτό, προϊόν προσωπικής έρευνας, είχαμε φέρει στο φως μια άγνωστη πτυχή από τα γυρίσματα της φημισμένης ταινίας του Alan J. Pakula, “Sophie’s Choice” (1982) με την Meryl Streep (Όσκαρ ερμηνείας) και τον Kevin Kline. Μια πτυχή που αμαυρώνει τη φήμη τόσο της ίδιας της ταινίας, όσο και του ιδιοφυούς σκηνοθέτη της…

Αυτό που προσωπικά μας είχε εντυπωσιάσει όταν πρωτοείδαμε την ταινία, ήταν η ανατριχιαστικά ρεαλιστική ερμηνεία της μικρούλας Jennifer Lawn, η οποία υποδυόταν την κόρη τής Meryl Streep. Στην κορυφαία σκηνή του έργου, που λαμβάνει χώρα, υποτίθεται, στο Άουσβιτς κατά τη διάρκεια «υποδοχής» Πολωνών κρατουμένων, βλέπουμε την Jennifer «γαντζωμένη» στην αγκαλιά της κινηματογραφικής μητέρας της, με τον τρόμο ζωγραφισμένο στο παιδικό προσωπάκι της (το τρεμούλιασμα των χειλιών της δύσκολα θα μπορούσε να το πετύχει με τόση φυσικότητα ακόμα και μια πεπειραμένη ηθοποιός!) καθώς ένα ναζιστικό κτήνος με στολή «παζαρεύει» τη ζωή και το θάνατό της. Η σκηνή κορυφώνεται με τα σπαραχτικά ουρλιαχτά της μικρούλας καθώς την αρπάζουν βίαια, απομακρύνοντάς την από τη «μητρική» αγκαλιά…

Αυτό που έφερε στο φως η έρευνα που είχαμε κάνει, ήταν ότι το παιδί δεν υποκρινόταν αλλά βίωνε στ’ αλήθεια τη σκηνή! Κι αυτό, όπως μάθαμε αργότερα, επιτεύχθηκε με τρόπο μεθοδικό από τους συντελεστές της ταινίας, με τη συναίνεση, μάλιστα, της (πραγματικής) μητέρας της μικρής ηθοποιού, που ήταν παρούσα στα γυρίσματα. Ο σκοπός προφανής: να επιτευχθεί ο μέγιστος δυνατός ρεαλισμός στην «ερμηνεία»!

Ο απόηχος αυτής της αποκάλυψης έφτασε πολύ μακρύτερα απ’ ό,τι θα μπορούσαμε να περιμένουμε. Η 36χρονη, σήμερα, Jennifer Lawn, που είχε κρατήσει ως πρόσφατα επτασφράγιστο το μυστικό του γυρίσματος εκείνης της φοβερής κινηματογραφικής σκηνής, μίλησε, επιτέλους, δημόσια για την εφιαλτική εμπειρία της, επιβεβαιώνοντας, ουσιαστικά, τις πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας τόσο στο Aixmi.gr, όσο και (στα αγγλικά) στο blog Musicphile. Σε πρόσφατη συνέντευξή της στο Entertainment Weekly, η οποία δημοσιεύθηκε με τον τίτλο: “Sophie’s Choice: The little girl and the story behind that haunting scene”, αποκάλυψε περισσότερα απ’ όσα ήδη γνωρίζαμε…

Καταρχήν, διέψευσε διακριτικά την Meryl Streep (αλλά κι εμάς που παρασυρθήκαμε από δηλώσεις της μεγάλης ηθοποιού): Η σκηνή δεν γυρίστηκε μόνο μία φορά, αλλά δεκατρείς! Και, κάθε φορά, η τετράχρονη μικρούλα ξαναζούσε τον ίδιο τρόμο της αρπαγής από μια αγκαλιά που την είχαν μάθει να εμπιστεύεται. Κι αυτή η εμπιστοσύνη χτίστηκε βήμα-βήμα, με τρόπο καλά μελετημένο, μεθοδικό, αφού, την περίοδο των γυρισμάτων, η Streep περνούσε ώρες ολόκληρες παρέα με τη Jennifer, πετυχαίνοντας να κάνει τη μικρή να τη νιώσει σαν πραγματική μητέρα της!

Ο ηθοποιός που ενσάρκωνε τον αξιωματικό των SS (ο Αυστριακός Karlheinz Hackl, 1949–2014) είχε πράγματι τρομερή όψη. Και, όπως θυμάται η Lawn, δεν εμφανιζόταν μπροστά στο παιδί παρά μόνο κατά τη στιγμή των γυρισμάτων, πράγμα που έκανε την παρουσία του ακόμα πιο τρομαχτική! Και, φυσικά, τη σκηνή ακόμα ρεαλιστικότερη…

Αυτά όλα, βέβαια, ανήκουν στο παρελθόν. Όμως, όπως έχουμε διαπιστώσει, εδώ και λίγο καιρό το όνομα Jennifer Lawn στο Google δεν παραπέμπει απλά και μόνο στην επιτυχημένη αντιπρόεδρο της μεγαλύτερης αμερικανικής ασφαλιστικής εταιρείας, αλλά και στο alter ego της: ένα ξεχασμένο κινηματογραφικό ταλέντο που απόχτησε μια πρόσκαιρη φήμη ξεπληρωμένη με παιδικά τραύματα. Όχι, πάντως, ανεξίτηλα, όπως βεβαιώνει η ίδια η Jennifer! Η οποία σήμερα ζει και εργάζεται μόνιμα στο Παρίσι, παντρεμένη με Γάλλο υπήκοο.

Όσο για το “Sophie’s Choice”, δεν ξέρω αν είναι η αγαπημένη της ταινία. Αυτό που είναι σίγουρο είναι πως, όπως λέει χαμογελώντας, μπορεί πια να τη βλέπει χωρίς να σφίγγεται το στομάχι της. Άρα και το δικό μας, επίσης!

Aixmi.gr

Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2014

Ραντεβού με ένα θλιμμένο χαμόγελο...


Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

Του φάνηκε σαν θείο δώρο όταν η Λίνα τού είπε πως θα έφευγε για λίγες μέρες, να επισκεφθεί τη μητέρα της στην επαρχία. Η αλήθεια ήταν πως κι εκείνος ήταν έτοιμος να της πει κάτι ανάλογο. Μόνο που, στη δική του περίπτωση, ο αληθινός λόγος του ταξιδιού δεν θα μπορούσε να ειπωθεί. Θα έμοιαζε σαν παραμύθι. Για εκείνη, όμως, θα ήταν ένα επικίνδυνο, απειλητικό παραμύθι, για το οποίο δεν της είχε μιλήσει ποτέ...

Το ταξίδι του θα ‘χε σα σκοπό την εκπλήρωση μιας υπόσχεσης που είχε δοθεί χρόνια πριν, όταν, παιδί ακόμα, έκανε τις καλοκαιρινές διακοπές του σε κάποιο παραθαλάσσιο χωριό. Εκεί, το πλαϊνό σπίτι νοίκιαζε μια άλλη οικογένεια από την πόλη. Και καθόλου δεν θα του ‘χαν φανεί σημαντικοί και αξιομνημόνευτοι, αν ανάμεσά τους δεν υπήρχε εκείνη η μικρούλα, πάνω-κάτω στη δική του ηλικία...

Την έβλεπε πρωί κι απόγευμα να μελετά και να γράφει πάνω σε ένα παλιό τραπέζι, κάτι σαν πρόχειρο γραφείο. Πολύ αυστηροί θα πρέπει να ‘ταν οι δικοί της, να τη βάζουν να κάνει επαναλήψεις στα μαθήματα καταμεσής του καλοκαιριού, τις ώρες που οι υπόλοιποι της ηλικίας της έπαιζαν στους δρόμους! Θυμάται που πέταγε, εκείνος, επίτηδες τη μπάλα μακριά, ίσαμε το σπίτι της, και προθυμοποιούταν πάντα να τρέξει να τη φέρει. Είχε έτσι την ευκαιρία να κοντοσταθεί έξω απ’ την αυλόπορτά της, να τη δει που διάβαζε σκυμμένη στα βιβλία. Και είχε πάντα στο πρόσωπο εκείνη τη θλιμμένη έκφραση που την έκανε να δείχνει τόσο όμορφα αινιγματική...

Για κάποιο μεταφυσικό λόγο, δεν έμαθε ποτέ το όνομά της. Έστεκε πάντα έξω απ’ την αυλόπορτα χωρίς να μιλά, κοιτώντας σαν υπνωτισμένος εκείνο το θλιμμένο βλέμμα. Ως τη μέρα που είδε τους γείτονες να κάνουν ετοιμασίες γι’ αναχώρηση. Άρπαξε τότε κάτι βιαστικά απ’ τον εκδρομικό σάκο του και έτρεξε στο διπλανό σπίτι. Την είδε στην είσοδο, λες και τον περίμενε, λες και το ‘ξερε πως θα πήγαινε να τη χαιρετήσει. Ήταν για πρώτη φορά που την έβλεπε να χαμογελά!

«Άκου», της είπε, «δεν ήρθα να παίξουμε τόσον καιρό γιατί σε έβλεπα που διάβαζες. Όμως... πάρε αυτό!» Και, με μια κίνηση αδέξια, έβγαλε από την τσέπη μια πρόσφατη φωτογραφία του. «Περίμενε», απάντησε εκείνη και έτρεξε βιαστικά στο σπίτι. Γύρισε κρατώντας μια δική της φωτογραφία, που την έβαλε κρυφά στο χέρι του.

Κοντοστάθηκαν για λίγο, κοιτάζοντας αμήχανα ο ένας τον άλλο. Και τότε, έτσι για να σπάσει τη σιωπή, του ‘ρθε να προτείνει μια ιδέα που, για χρόνια μετά, ντρεπόταν να τη θυμάται έτσι ανόητη που του φάνηκε: «Δεν ξέρω αν θα σε ξαναδώ. Όμως, σα μεγαλώσουμε... δηλαδή, ξέρω ‘γώ... σε 40 χρόνια, ας πούμε, τι θα ‘λεγες να ξαναβρεθούμε εδώ, στο ίδιο μέρος, την ίδια μέρα σαν σήμερα;»

«Σε 40 χρόνια; Μα, πώς θα γνωριστούμε τότε; Το σκέφτηκες;» Εκείνος βρήκε αμέσως τη λύση: «Άκου τι θα κάνουμε: Θα κρατάμε κι οι δυο τις φωτογραφίες. Έτσι, θα ξέρουμε!» Εκείνη συμφώνησε: «Εντάξει. Σε 40 χρόνια από σήμερα!»

Τα χρόνια που πέρασαν από τότε, έφερνε συχνά στο νου του εκείνη τη γελοία πρόταση που είχε κάνει, σίγουρος πως το κορίτσι του διπλανού εξοχικού σπιτιού θα τον είχε πάρει για τρελό! Δεν ξέχασε, όμως, ποτέ εκείνο το θλιμμένο χαμόγελό της τη μέρα του αποχαιρετισμού. Ακόμα και μετά που γνώρισε τη γυναίκα της ζωής του, με την οποία τώρα ζούσε ευτυχισμένος και ήταν πάντα αληθινά ερωτευμένος...

Μα, να που η ζωή παίζει τα παιχνίδια της, ίσως για να δοκιμάσει πόσο σταθερά είναι τα απαράβατα που έχουμε ορίσει στη ζωή μας! Δεν πάνε πολλές μέρες που άνοιξε εκείνο το κουτί, ψάχνοντας για ένα παλιό βιβλιάριο καταθέσεων. Κι εκεί, μέσα σε ένα μικρό φάκελο, είδε τη φωτογραφία. Θυμήθηκε πως από πίσω είχε γράψει μια ημερομηνία. Και – τι σύμπτωση! – ήταν ίδια με τη μεθαυριανή μέρα. Μα, το σπουδαιότερο αφορούσε τη χρονολογία: θα συμπληρώνονταν ακριβώς 40 χρόνια από τότε!

Λίγο για να εκπληρώσει συμβολικά μια ανενεργή, πλέον, υπόσχεση, λίγο για να ξορκίσει οριστικά ένα παιδικό απωθημένο, αποφάσισε να ταξιδέψει ως εκείνο το παραθαλάσσιο χωριό, στο οποίο ποτέ δεν είχε ξαναβρεθεί από τότε. Η βολική απουσία της γυναίκας του θαρρείς και ήταν σημάδι από τον ουρανό που δεν έπρεπε να αγνοηθεί! Ντύθηκε πρόχειρα (ποιον θα συναντούσε εκεί, άλλωστε;) και μπήκε στο αυτοκίνητο...

Έφτασε σε λίγες ώρες. Το χωριό είχε αλλάξει, ήταν σχεδόν αγνώριστο κάτω από τον αναγκαίο τουριστικό εκσυγχρονισμό. Βρήκε, όμως, εύκολα το σπίτι που κάποτε φιλοξένησε εκείνο το αινιγματικά θλιμμένο χαμόγελο της τελευταίας μέρας. Για την ακρίβεια, ήταν τώρα ένα σύγχρονο ξενοδοχείο. Και η αυλόπορτα είχε δώσει τη θέση της σε μια συρόμενη ηλεκτρική πόρτα που άνοιγε αυτόματα με τηλεκοντρόλ.

Έβγαλε μηχανικά τη φωτογραφία από την τσέπη. Του φάνηκε τόσο αστεία η κίνηση! Άφησε, όμως, το βλέμμα του να περιεργαστεί για λίγο ακόμα εκείνο το μελαγχολικό παιδικό πρόσωπο. Μετά, με μια κίνηση γεμάτη σιγουριά, έβαλε το χέρι στην τσέπη αναζητώντας τον αναπτήρα. Έπρεπε να βάλει τέλος σε κάθε νήμα που τον κρατούσε δεμένο με ό,τι απόμεινε να του θυμίζει το παιδί που υπήρξε κάποτε. Γιατί η ζωή είναι σκληρή, δε στο συγχωρεί αν καταλάβει πως ακόμα δε μεγάλωσες όσο θα ‘πρεπε...

Μα δεν πρόλαβε να κάψει τις μνήμες. Σηκώνοντας το βλέμμα, είδε άξαφνα μπροστά του τη Λίνα! Φαίνεται τον είχε παρακολουθήσει, ίσως και να ‘χε μυριστεί το ψέμα που με ολοφάνερη αδεξιότητα (άμαθος, βλέπεις, σε τέτοια) της είχε πει, για ένα συνέδριο που τάχα θα γινόταν σε κάποια μακρινή πόλη...

Όμως, έδειχνε το ίδιο σαστισμένη κι αμήχανη μ’ εκείνον. Τόσο που δε μπόρεσε ν’ αποσώσει μια αυθόρμητη κίνηση να κρύψει αυτό που κρατούσε στο χέρι της. Και ήταν κάτι γνώριμο σ’ αυτόν, κάτι που είχε χρόνια να δει: η μαθητική φωτογραφία του από τις γυμναστικές επιδείξεις του σχολείου. Ναι, εκείνη η ίδια φωτογραφία που, για λόγο που δε θυμάται πια, είχε μαζί του στις διακοπές το καλοκαίρι πριν 40 χρόνια!

Ξάφνου, λες για ν’ αποδιώξουν την κοινή αμηχανία τους, ξέσπασαν κι οι δυο σε δυνατά γέλια. Και γελούσαν κι αγκαλιάζονταν ώρα πολλή, δίχως να λένε άλλη λέξη. Ναι, η Λίνα δεν είχε πια εκείνο το γνώριμο μελαγχολικό χαμόγελο, αυτό που τόσο τον είχε γοητεύσει όταν την πρωτοείδε. Γελούσε, όμως, τώρα στ’ αλήθεια, ίσως για πρώτη φορά τόσο αυθόρμητα. Κι ήταν ακόμα πιο όμορφη...

(Αφιερωμένο σ’ εκείνους που ψάχνουν μέσα τους να βρουν αν το Σύμπαν εκτείνεται για πάντα, ή κάνει κύκλους και ξαναγυρνά...)

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014

Πολιτικό τραγούδι στην Ηλιούπολη: Μια αξιέπαινη μουσική πρωτοβουλία!

Με το δήμο Ηλιούπολης έχω ιδιαίτερες προσωπικές σχέσεις. Έτσι, με χαρά δέχθηκα την πρόσκληση να παρακολουθήσω μια μουσικο-θεατρική εκδήλωση του Πολιτιστικού Συλλόγου «Άγγελος Σικελιανός», στη Θεατρική Αίθουσα του Δημαρχείου Ηλιούπολης, το Σάββατο 15 Νοέμβρη. Η Θάλια με προειδοποίησε εμφατικά: «Κοίτα, μην αρχίσεις πάλι τους ακαδημαϊσμούς και την υψηλή μουσική ανάλυση, ψάχνοντας να βρεις κουσούρια στην παράσταση! Σου το λέω εκ των προτέρων: η χορωδία αποτελείται αποκλειστικά από ερασιτέχνες!»

Αφήνοντας κι εγώ τον Μπαχ, τον Μότσαρτ και τον Βάγκνερ στο σπίτι, κίνησα για το Δημαρχείο, να ακούσω τους «ερασιτέχνες». Αντικείμενο της εκδήλωσης ήταν το πολιτικό τραγούδι, με σαφείς αναφορές στους αγώνες της Αριστεράς. Το πρόγραμμα περιλάμβανε μερικά από τα πιο γνωστά πολιτικά τραγούδια της «κλασικής» δισκογραφίας του είδους, αλλά και κάποιες πιο πρόσφατες δημιουργίες. Τα τραγούδια ήταν διασκευασμένα για μικτή χορωδία, με συνοδεία τετραμελούς ορχήστρας (τσέλο, ηλεκτρικό πιάνο, κιθάρα, μπουζούκι) και κρουστών.

Το μουσικό μέρος της βραδιάς ήταν, για μένα, αληθινή αποκάλυψη! Η συνθέτης και μαέστρος Σοφία Καμαγιάννη κατάφερε το ακατόρθωτο: να πάρει στα χέρια της μια παρέα ανθρώπων με αγάπη στο τραγούδι αλλά δίχως ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις στη μουσική, και να τους διδάξει, στην πράξη, τι σημαίνει αρμονία, αντίστιξη και πειθαρχημένος μουσικός συντονισμός. Το εξαιρετικό καλλιτεχνικό αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά σε «ερασιτεχνισμό» παρέπεμπε. Και η προτροπή της Θάλιας, τελικά, αποδείχθηκε πως παραβίαζε ανοιχτές θύρες!

Εκτός από τη μουσική διδασκαλία, το ίδιο εξαιρετική ήταν η μουσική διασκευή και η ενορχήστρωση των τραγουδιών από την Καμαγιάννη. Στέκομαι ιδιαίτερα στην περίτεχνη ενορχήστρωση, που κατόρθωσε να δημιουργήσει ορχηστρικά εφέ με ένα πολύ μικρό σύνολο οργάνων (χάρισμα που είχε και ο μεγάλος Χατζιδάκις). Ακόμα κι εκεί που έλειπαν φωνές, τις συμπλήρωνε επιδέξια το τσέλο, που έμοιαζε να ανήκει πότε στην ορχήστρα και πότε στη χορωδία!

Μοναδικό αδύνατο σημείο της παράστασης, η ανάγνωση «πολιτικών» κειμένων ανάμεσα στα τραγούδια. Λόγος που κάποιες στιγμές ακουγόταν κοινότοπος, ίσως ακόμα και λαϊκιστικός, μετριάζοντας τη δύναμη της μελοποιημένης ποίησης, διαβασμένος με μια επίκαιρη αντιμνημονιακή οργή που συχνά φόρτιζε το θέατρο με αρνητική ενέργεια. Και, εν τέλει, λόγος περιττός, αφού τα ίδια τα τραγούδια είπαν όλα όσα έπρεπε να ειπωθούν!

Αφήνοντας, όμως, πίσω μας τη γκρίνια, φύγαμε από την παράσταση γεμάτοι από υπέροχες μελωδίες και εντυπωσιασμένοι από το υψηλό καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Μπράβο σε όλους τους συντελεστές!

Aixmi.gr

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2014

Μάθημα ταπεινοφροσύνης…


Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

Το σωστό του όνομα κανείς δεν το γνώριζε, ή κι ίσως δεν το θυμόταν. Όλοι στο χωριό τον ήξεραν «Σκυφτο-Νικόλα». Έφταιγε η παράξενη περπατησιά του, πάντα με το κεφάλι κάτω, λες κι αναζητούσε κάτι που το ‘ψαχνε καιρό μα ποτέ δεν το ‘βρισκε!

Ο δάσκαλος, που κάτι παραπάνω ήξερε για τους ανθρώπους, έβγαλε μια μέρα το πόρισμα: «Το βάδισμα του Σκυφτο-Νικόλα προδίδει βαθύτατο αίσθημα ταπεινοφροσύνης. Ας γίνει ηθικό παράδειγμα προς μίμηση για όλους μας!»

Και, πράγματι, στο χωριό όλοι αγαπούσαν το Σκυφτο-Νικόλα. Μα πώς να μην τον αγαπούν; Ποιον δεν έτρεχε να βοηθήσει σαν είχε ανάγκη! Ποιον είδε πεινασμένο και δεν μοιράστηκε μ’ αυτόν το λιγοστό φαΐ του! Ποιον ένιωσε λυπημένο και δεν του ‘φτιαξε τη διάθεση με τον καλό το λόγο του!

Όμως, κανείς στο χωριό δεν πρόσεξε πως ο Σκυφτο-Νικόλας δεν ζητούσε τίποτα για τον εαυτό του. Όλοι το θεωρούσαν δεδομένο ότι ένας τόσο ταπεινόφρων άνθρωπος ήταν γεννημένος μόνο να δίνει, ποτέ να ζητά! Ο παπάς, μάλιστα, έλεγε πως αυτό το έκανε προσμένοντας ότι μια μέρα θα ανταμειβόταν γενναιόδωρα στους ουρανούς. Και όχι μόνο για τα λίγα χρόνια μιας γήινης ζωής, μα για μια ολόκληρη αιωνιότητα!

Τα χρόνια πέρασαν... Και, μια μέρα, ο Σκυφτο-Νικόλας κατάλαβε ότι είχε αρρωστήσει πολύ. Σε λίγο δεν θα μπορούσε πια να βγάζει τη μέρα χωρίς τη βοήθεια και τη φροντίδα των χωριανών του. Όμως, βάρος αυτός δεν ήθελε να γίνει σε κανέναν! Μια ζωή, είχε μάθει να δίνει μόνο... Εξάλλου, οι άνθρωποι είχαν τις δικές τους δουλειές, τις δικές τους έγνοιες. Ποιος θα έτρεχε να κοιτάξει, τώρα, έναν ανήμπορο που τίποτα πια δεν ήταν σε θέση να προσφέρει στην κοινωνία;

Μέρες πολλές το συλλογιζόταν... Κι ύστερα τ’ αποφάσισε! Με βήματα αργά, τυραννισμένα από τα χρόνια και την αρρώστια, ανέβηκε στο αντικρινό βουνό. Ακολουθώντας τα μονοπάτια μελλοντικών φιλοσόφων σε ένα δικό του, προσωπικό Ναραγιάμα, τρύπωσε στη σπηλιά που είχε εντοπίσει χρόνια πριν, σε κάποια μαθητική εκδρομή. Τότε που η ζωή έμοιαζε ακόμα τόσο αθώα πίσω από το πλανερό της χαμόγελο...

Σαν είχαν μέρες να τον δουν, στο χωριό άρχισαν να αναρωτιούνται... Ο δάσκαλος ήταν καθησυχαστικός: «Μην ανησυχείτε, καλά θα είναι! Οι ταπεινόφρονες άνθρωποι εμφανίζουν συχνά τάσεις εσωστρέφειας. Μένουν για λίγο μόνοι με τον εαυτό τους και αυτοκρίνονται, μελετώντας τα σφάλματά τους. Σε λίγο, με καθαρή πια τη συνείδηση, επιστρέφουν στην κοινωνία για να συνεχίσουν την προσφορά τους σε αυτήν!»

Το λόγο πήρε κι ο παπάς, που δεν διαφώνησε: «Καλά τα λέει ο δάσκαλος! Είμαι βέβαιος πως ο Σκυφτο-Νικόλας, έστω και αργά, ανακάλυψε τη δύναμη της προσευχής που εξαγνίζει την ψυχή του κάθε αμαρτωλού. Και, για να είμεθα ειλικρινείς, τώρα τελευταία έδειχνε σημάδια απόκλισης από το δρόμο της αρετής. Αποτραβηγμένος και μοναχικός, δεν έτρεχε πια με τον ίδιο ζήλο να προσφέρει τη βοήθειά του σ’ αυτούς που τη χρειάζονταν. Θα έλεγα, είχε αρχίσει να γίνεται κάπως εγωκεντρικός!»

Ο ενωμοτάρχης, όμως, της τοπικής χωροφυλακής δεν συμμεριζόταν τις αισιόδοξες σκέψεις του παπά και του δάσκαλου. Για εκείνον, ο Σκυφτο-Νικόλας ήταν εξαφανισμένος! Αποφάσισε, λοιπόν, να ανοίξει το σπίτι του, να δει μήπως κάτι του ‘χε συμβεί. Ξοπίσω του έτρεξε, με περιέργεια πολλή, όλο το χωριό...

Όπως ήταν φυσικό, βρήκαν το σπίτι άδειο. Μόνο πάνω στο γραφείο, ανάμεσα σε σκονισμένα βιβλία και αμέτρητα μισο-γραμμένα χαρτιά, ξεχώριζε ένα σημείωμα. Έγραφε κάτι που έμοιαζε με ποίημα:

Πάντα στο δρόμο με κοιτάς
που περπατώ σκυφτός.
Και εύκολη εξήγηση
σ’ αυτή μου τη συνήθεια δίνεις:
Πως είμαι το παράδειγμα
της ταπεινοφροσύνης!

Μα θέλω αλήθεια να σου πω
κι ας είναι την εικόνα μου
αυτό να αμαυρώσει:
Το δρόμο πρέπει να κοιτώ
γιατί σα στραβοπέσω
ξέρω κανείς δε θα βρεθεί
εκεί να με σηκώσει!

Ο δάσκαλος έμεινε εκστατικός: «Ώστε ήταν και ποιητής!» Το ίδιο κι ο παπάς: «Ευλογημένες λέξεις, με βαθιά ανθρώπινη σημασία! Περιγράφουν τη δυστυχία του σύγχρονου ανθρώπου που έχει απομακρυνθεί από την Εκκλησία!»

Ο καφετζής του χωριού, όμως, είχε τη δική του άποψη: «Αν ψάχνετε για τον τρελό, τον είδα που ανέβαινε κατά το βουνό. Κι ύστερα σου λένε, η τρέλα δεν πάει στα βουνά!»

Ο ενωμοτάρχης, μάλλον πιο ησυχασμένος τώρα, έκλεισε την πόρτα του σπιτιού και κίνησε για το σταθμό της χωροφυλακής, να συντάξει την έκθεση. Στην πλατεία του χωριού άρχιζαν οι ετοιμασίες για το τοπικό πανηγύρι...

(Αφιερωμένο σε όσους περπατούν σκυφτοί. Κοιτώντας μέσα τους, πριν σηκώσουν το κεφάλι να δούνε τ’ άστρα...)

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2014

Διώξτε, επιτέλους, την αλητεία από την ΑΕΚ!

Την περασμένη Κυριακή, στο γήπεδο της Ριζούπολης, μερικές δεκάδες αλητών διέσυραν για μία ακόμα φορά το όνομα της ΑΕΚ με πράξεις βίας που δυσφημούν το σύλλογο, αλλά και το ποδόσφαιρο ως άθλημα, γενικά. Συχνά αναφέρονται με τον απρόσωπο χαρακτηρισμό «γνωστοί-άγνωστοι». Δεν είναι καθόλου άγνωστοι! Ή μάλλον, είναι μόνο για εκείνους που είτε κλείνουν τα μάτια στο φαινόμενο της βίας στα γήπεδα, είτε – ακόμα χειρότερα – επιδιώκουν, για λόγους σκοτεινούς, τη διατήρησή του…

Είναι οι ίδιοι – τουλάχιστον, σε ό,τι αφορά τον σκληροπυρηνικό οπαδικό χώρο από τον οποίο προέρχονται – που αμαύρωσαν την κατάκτηση του Κυπέλλου το 2011, βιαιοπραγώντας άνευ αιτίας κι αφορμής στον Τελικό της ντροπής… Οι ίδιοι που κατεξευτέλισαν έναν ιστορικό προπονητή της ομάδας (καθώς και τους συνεργάτες, ακόμα και την οικογένειά του) επειδή «τόλμησε» να εργαστεί, για ένα διάστημα, σε ανταγωνιστικό σύλλογο… Οι ίδιοι που με βία και τρομοκρατία επέβαλαν τον Θεμιστοκλή Νικολαΐδη ως πρόεδρο της ΠΑΕ, για να τον αποπέμψουν καθυβριζόμενο όταν εκείνος αρνήθηκε να τους καταστήσει οιονεί συνδιοικούντες, ενώ κατέβαλε και (όψιμες) προσπάθειες να καθαρίσει τον οπαδικό χώρο της ΑΕΚ από την αλητεία…

Και, είναι οι ίδιοι που πανηγύριζαν(!) όταν ο Ολυμπιακός, με το καταραμένο εκείνο γκολ στο 90΄, κέρδιζε τη Λάρισα στο «Καραϊσκάκη» το 2008, στερώντας την ΑΕΚ από έναν τίτλο που εδικαιούτο απόλυτα. (Για την ιστορία, ο ΟΣΦΠ πήρε τότε τον τίτλο κυριολεκτικά «στα χαρτιά», υπό τα προκλητικά σαρκαστικά τηλεοπτικά ευφυολογήματα του τότε προέδρου του…) Όταν κάποτε ρώτησα έναν από αυτούς, προς τι οι πανηγυρισμοί, μου απάντησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια πως θα ήταν καταστροφή για την ΑΕΚ αν πιστωνόταν η κατάκτηση ενός πρωταθλήματος σε έναν «καταδότη» (ελληνιστί, «ρουφιάνο») πρόεδρο, ο οποίος, συν τοις άλλοις, δεν ήθελε να γίνει το γήπεδο στη Νέα Φιλαδέλφεια! (Ο χαρακτηρισμός «καταδότης» αναφερόταν στην προσπάθεια συνεργασίας του Θ. Νικολαΐδη με τις αρχές, με σκοπό την πάταξη της βίας στα γήπεδα.)

Σήμερα που ο σύλλογος κάνει μια νέα αρχή πασχίζοντας να αναγεννηθεί από τις στάχτες του, τα ίδια τρωκτικά εξακολουθούν να κάνουν κουμάντο στο σκληρό πυρήνα των «οργανωμένων» οπαδών. Το λέμε ξεκάθαρα: Δεν πρόκειται για φίλους της ΑΕΚ, αλλά για περιθωριακά στοιχεία που χρησιμοποιούν τον οπαδικό χώρο σαν λημέρι και σαν ορμητήριο για την «αντιεξουσιαστική» δράση τους. Η οποία δράση στρέφεται, κατά κύριο λόγο, εναντίον των αστυνομικών δυνάμεων που περιφρουρούν την τάξη στα γήπεδα. Αυτοί είναι για εκείνους ο πραγματικός αντίπαλος, και όχι η ομάδα που αντιμετωπίζει η ΑΕΚ στον αγωνιστικό χώρο!

Η «μεγαλύτερη οργάνωση οπαδών της ΑΕΚ» υπήρξε δημιούργημα ενός αρχομανούς οπαδού με ηγετικές φιλοδοξίες. Ιδιοφυής και χαρισματικός δημαγωγός, κατάφερε να δημιουργήσει μια πολυάριθμη κοινότητα φανατικά αφοσιωμένων οπαδών-στρατιωτών. Αφοσιωμένων, βέβαια, στην ίδια την οργάνωση και τον αρχηγό της, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στην ΑΕΚ, την οποία δεν δίστασαν να βλάψουν όσες φορές οι διοικήσεις της δεν τους έκαναν τα χατίρια!

Με τον καιρό, στην οργάνωση παρεισέφρησαν και άτομα του περιθωρίου, τα οποία ελάχιστη σχέση είχαν με την ΑΕΚ ή με το ποδόσφαιρο, γενικότερα. Τους βλέπουμε χρόνια στα γήπεδα όπου αγωνίζεται η ομάδα, να βιαιοπραγούν και να καταστρέφουν, χωρίς η πολιτεία να δείχνει ικανή να καταστείλει τη δράση τους. Και, δυστυχώς, παραμένουν επίκαιρα αυτά που γράφαμε πριν περίπου τρία χρόνια στο «ΒΗΜΑ»:

«Χρόνια τώρα οι μηχανισμοί της πολιτείας αποδεικνύονται ανίσχυροι (ή μήπως κι απρόθυμοι;) να εξαλείψουν ένα νοσηρό φαινόμενο που διώχνει σιγά-σιγά τους πραγματικούς φιλάθλους από τα γήπεδα. Η ουσιαστική ατιμωρησία των κάφρων και των ΠΑΕ που τους στεγάζουν, ισοδυναμεί με επίσημη ασυλία στους αλήτες των γηπέδων και ενθαρρύνει ευθέως τη διαιώνιση των φαινομένων βίας στους αθλητικούς χώρους.

(…) Οι λεγόμενοι ‘οργανωμένοι’ οπαδοί της ΑΕΚ (ομάδας που υποστηρίζει ο γράφων) εξάντλησαν τα όρια ανοχής των αθλητικών αρχών όταν εισέβαλαν με βίαιο τρόπο στον αγωνιστικό χώρο αρκετά λεπτά πριν τη λήξη του τελικού του Κυπέλλου Ελλάδος (σ.σ: το 2011) χτυπώντας αντίπαλους ποδοσφαιριστές αλλά και τον ίδιο το διαιτητή! Δεν μπήκαν από ασυγκράτητη παρόρμηση να πανηγυρίσουν, ούτε με σκοπό να διαμαρτυρηθούν (η ομάδα τους κέρδιζε ήδη με ευρύ σκορ, έχοντας απολαύσει και σχετική εύνοια από την διαιτησία). Ήθελαν μόνο να κάνουν επίδειξη δύναμης, να βροντοφωνάξουν πως η βία τους είναι πάνω από αθλητικά ιδεώδη και έντιμες νίκες μέσα στους αγωνιστικούς χώρους… Και το πέτυχαν απόλυτα!

Ο διαιτητής της συνάντησης δεν τόλμησε (ως όφειλε) να κηρύξει τον αγώνα διακοπέντα εις βάρος της ΑΕΚ, η αντίπαλη ομάδα δεν τόλμησε, με τη σειρά της, να κάνει ένσταση, με την οποία θα κέρδιζε το παιχνίδι (έστω ‘στα χαρτιά’) και, σαν κερασάκι στην τούρτα, η ΑΕΚ (της οποίας η διοίκηση επί σειρά ετών δέχεται ως ισότιμο συνομιλητή τον άνθρωπο που εισήγαγε τον χουλιγκανισμό στο σύλλογο) γλίτωσε με μια τιμωρία-χάδι που, ακόμα και σε πολλούς απ’ τους φιλάθλους της (του γράφοντος συμπεριλαμβανομένου) φάνηκε σκάνδαλο! Και η πολιτεία γι’ ακόμα μια φορά έκλεισε φοβισμένη το μάτι στους ταραχοποιούς, προσπαθώντας να κατευνάσει τα άγρια ένστικτά τους με το βότανο της ατιμωρησίας…

(…) Τώρα πρέπει να πάρουν σειρά (σ.σ: στην κάθαρση του ποδοσφαίρου) οι βαρόνοι της βίας στις εξέδρες, αλλά και οι συνένοχες ΠΑΕ που, για λόγους ιδιοτελείς, δεν προχωρούν στην αναγκαία εκκαθάριση των οπαδικών χώρων (αυτών, τουλάχιστον, στους οποίους έχουν εκχωρήσει άδεια εισόδου στα γήπεδα). Για να φύγει, επιτέλους, από τα γήπεδα του ποδοσφαίρου – και όχι μόνο – η οργανωμένη αλητεία των περιθωριακών, τους οποίους κάποιοι ‘καθοδηγητές’ μεθοδικά στρατολογούν και χρησιμοποιούν ως δυνάμεις κατοχής των ομάδων που υποτίθεται πως ‘αγαπούν’…»

Ελπίζουμε πως η νέα, στιβαρή διοίκηση της ΑΕΚ έχει και τη θέληση και τη δύναμη να ξεριζώσει τα παράσιτα από τον οπαδικό χώρο του συλλόγου. Σε αντίθετη περίπτωση, πολλά θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος κακόπιστος για τη «χρησιμότητα», εν τέλει, αυτών των αλητών στο ανεβοκατέβασμα ιδιοκτητών και διοικήσεων…

Όμως, ως υστερόγραφο στο παρόν σημείωμα, ας αλλάξουμε εντελώς το κλίμα και ας κλείσουμε με μια αισιόδοξη νότα. Ή μάλλον, νότες. Όπως οι εξαίσιες εκείνες του Δημήτρη Παπαδημητρίου, με τις οποίες «έντυσε» μουσικά την υπέροχη ποίηση του Χρήστου Παναγιωτόπουλου!

Βρεθήκαμε στην εντυπωσιακά ζεστή ατμόσφαιρα της πρόσφατης παρουσίασης του νέου CD «Λωτοφάγοι», και αληθινά γοητευθήκαμε από την ωραιότητα των λέξεων και των ήχων. Ευχόμαστε ολόψυχα καλή επιτυχία σε ένα αληθινό έργο τέχνης! Και, ως γνωστόν, «η τέχνη εισερχομένη από την πόρτα, η (κάθε μορφής) βία εξέρχεται απ’ το παράθυρο», όπως θα ‘λεγε και ο Θρασύβουλας ο φιλόσοφος στον «Ατσίδα»…

Aixmi.gr